Συνέδριο: «Οι νέοι και η πολιτική», Αθήνα, 1995,
κεντρικό κτήριο του Πανεπιστημίου Αθηνών
Διοργάνωση: ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ "ΤΟ ΛΥΚΕΙΟΝ"
με Πρόεδρο τον Καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών Δημήτριο Κούτρα
Η ΑΞΙΟΚΡΑΤΙΑ
ΩΣ ΚΙΝΗΤΡΟ ΤΩΝ ΝΕΩΝ*
Από τον Μιχαήλ Δ. Ρέλλο**
*Η επιστημονική
αυτή εργασία έχει δημοσιευθεί στον τόμο
του Συνεδρίου "ΟΙ ΝΕΟΙ ΚΑΙ Η
ΠΟΛΙΤΙΚΗ" το 1998.
Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι.
Το θέμα της ανακοινώσεώς μας αναφέρεται στην αξιοκρατία ως ένα γενικότερης φύσεως κίνητρο των νέων, κυρίως ως προς την ενασχόλησή τους με την πολιτική. Αποτελεί κοινό τόπο η γνώση του ότι σήμερα οι νέοι αποστρέφονται όλο και περισσότερο την πολιτική. Οι αιτίες είναι πολλές και μερικές απ' αυτές είναι γνωστές: Η αναξιοπιστία του πολιτικού λόγου των κομμάτων, η προϊούσα περιθωριοποίηση διαφόρων κοινωνικών στρωμάτων, η άμβλυνση των ιδεολογικών διαφορών, η επικράτηση καταναλωτικών προτύπων, η πτώση του επιπέδου της παρεχομένης παιδείας, η αίσθηση περί της αδυναμίας επηρεασμού των διεθνών και εσωτερικών πολιτικών εξελίξεων, η αλλαγή των προτύπων συμπεριφοράς και πολλοί άλλοι. Το σύγχρονο πολιτικό σύστημα έχει εξελιχθεί σε μια συστηματικώς επαναλαμβανομένη υποσχεσιολογία, η οποία ακολουθείται από αθέτηση των υποσχέσεων μετά τις εκλογές. Το φαινόμενο αυτό επιτείνει κάθε φορά όλο και περισσότερο την αναξιοπιστία του πολιτικού λόγου, ο οποίος πολλές φορές χαρακτηρίζεται ως "ξύλινος", στηριζόμενος σε στερεότυπες εκφράσεις κατάλληλες για κάθε περίπτωση.
Η παγκοσμιοποίηση του εμπορίου, η αποβιομηχάνιση πολλών περιοχών και η συνεπακόλουθη οικονομική εξουθένωση μεγάλων λαϊκών στρωμάτων στις πόλεις, οδηγεί εκ των πραγμάτων πολλούς πολίτες σε μια αγωνιώδη προσπάθεια για επιβίωση και προκοπή, η οποία δεν τους αφήνει καθόλου χρόνο για να ασχοληθούν με την πολιτική. Άλλωστε, τα πρόσωπα αυτής της κατηγορίας δεν έχουν συνήθως τα στοιχειώδη μέσα για να ασχοληθούν με την πολιτική. Παλαιότερα οι έντονες ιδεολογικές διαφοροποιήσεις λόγω της υπάρξεως αντιπάλων ιδεολογιών παγκοσμίου εμβελείας και το όραμα της σοσιαλιστικής κοινωνίας κινητοποιούσαν μεγάλες μάζες προς την πολιτική δραστηριότητα. Απ' αυτήν την κινητοποίηση ήταν δυνατόν να παρουσιασθούν πολλοί φερέλπιδες πολιτικοί. Σήμερα, όμως, τα ιδεολογικά σύνορα έχουν καταπέσει και το όραμα της σοσιαλιστικής κοινωνίας έχει ξεθωριάσει για αντικειμενικούς λόγους.
Μια νέα τάξη πραγμάτων
ξεπροβάλλει μέσα από την τρέχουσα αβεβαιότητα και την επαναχάραξη
της παγκοσμίου πολιτικής και του παγκοσμίου άτλαντος.
Εν τελευταία αναλύσει, αυτή η νέα τάξη πραγμάτων ευνοεί την αδρανοποίηση των
πολιτών προς όφελος των οργανωμένων συμφερόντων ολιγοπωλιακής
μορφής. Οι αστικές κοινωνίες έχουν μεταβληθεί σε υπερκαταναλωτικές κοινωνίες,
όπου οι τεχνητές ανάγκες υπερβαίνουν κατά πολύ τα οικονομικά μέσα των
καταναλωτών. Έτσι, οι πολίτες έχουν μεταβληθεί σε υπερ-δανειζομένους υπερ-καταναλωτές
προϊόντων. Η ίδια η πολιτική έχει λάβει την μορφή ενός διαφημιζομένου
προϊόντος, το οποίο γίνεται ολοένα και λιγότερο ελκυστικό.
Η αναγωγή της πολιτικής σε
διαφημιστικό προϊόν απαγορεύει στους μη διαθέτοντες οικονομικά μέσα ή άλλα
οικονομικά και πολιτικά στηρίγματα, να συμμετάσχουν με επιτυχία στο πολιτικό
παίγνιο. Τοιουτοτρόπως, η πολιτική καθίσταται αντιπαθητική και δυσπρόσιτη στους
πολίτες. Τα καταναλωτικά πρότυπα και η υπερπληθώρα
μηνυμάτων και πληροφοριών, τουλάχιστον όπως είναι οργανωμένος σήμερα ο κόσμος
των πληροφοριών και των λεγομένων Μέσων Μαζικής Ενημερώσεως, δεν επιτρέπουν την
ανάπτυξη και επικράτηση υγιών πολιτικών προτύπων ευρείας συμμετοχής στα κοινά.
Η παρεχομένη παιδεία δεν υποστηρίζει τις αναπτυσσόμενες συνειδήσεις των νέων με τέτοιο τρόπο, ώστε να πάρουν αξιόλογες πολιτικές πρωτοβουλίες. Ο σκοπός των εκπαιδευτικών συστημάτων σε παγκόσμιο επίπεδο κατατείνει στην επαγγελματική εξειδίκευση και στην μερική αδρανοποίηση της ανθρωπιστικής πλευράς της παιδείας, η οποία είναι και η σημαντικότερη. Αν και είναι αναγκαία η εκπαίδευση κατά εξειδικευμένο τρόπο, ώστε να υποβοηθηθεί η επαγγελματική αποκατάσταση του νέου, εν τούτοις μόνο η ανθρωπιστική παιδεία είναι σε θέση να δημιουργήσει ώριμους πολίτες. Ποιος δεν γνωρίζει τους μοιρολατρικούς αφορισμούς του τύπου ότι "τίποτα δεν μπορούμε να κάνουμε, όλα είναι κανονισμένα από τις μεγάλες δυνάμεις ή τα μεγάλα συμφέροντα"; Όντως, η αίσθηση ότι ο μεμονωμένος άνθρωπος δεν είναι σε θέση να επηρεάσει την ροή των γεγονότων ούτε να ελέγξει καταστάσεις, η εξέλιξη των οποίων είναι προδιαγεγραμμένη από τα σχέδια κάποιων άλλων, δένει τα χέρια σε πολλούς, οι οποίοι κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις θα ήταν δυνατόν να αναλάβουν δράση. Όμως, αυτή η άποψη δεν είναι ορθή και δεν ανταποκρίνεται στα πράγματα. Ακόμη και μια μοναδική ιδέα είναι σε θέση από μόνη της να αλλάξει τον κόσμο, αν γίνει αποδεκτή από τους άλλους. Άλλωστε, η συλλογική προσπάθεια είναι εκείνη, η οποία εξασφαλίζει την αποτελεσματικότητα της πολιτικής δράσεως.
Ανεξαρτήτως των μεμονωμένων λόγων, είναι δυνατή η προσέγγιση του θέματος της ενασχολήσεως των νέων με την πολιτική από φιλοσοφική και ψυχολογική άποψη. Η κινητοποίηση οποιουδήποτε ανθρώπου προς κάποιον σκοπό εμπεριέχει πάντα το στοιχείο του κινήτρου, το οποίο, από αναλυτική σκοπιά, εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο δεδομένων, τα οποία καθορίζουν τα περισσότερα στοιχεία της συμπεριφοράς. Η επιθυμία του νέου να ασχοληθεί με την πολιτική σε όλες τις διάφορες εκφάνσεις της σε μια σύγχρονη δημοκρατική κοινωνία οριοθετείται από τις ανάγκες που έχει ή και θέτει η ίδια η προσωπικότητά του και η συνείδησή του. Βεβαίως, στις περισσότερες περιπτώσεις η αναγκαιότητα είναι ο πρώτος κινητήριος παράγων της δράσεως. Όμως, σε αντίθεση με τα άλλα είδη του ζωικού βασιλείου, ο άνθρωπος δεν ενεργεί αποκλειστικώς στην βάση της ανάγκης. Ενεργεί και βάσει του λόγου. Ιδιαιτέρως, η ενασχόληση με την πολιτική δεν αποτελεί μια εκ βιολογικής φύσεως εκκινουμένη δραστηριότητα. Πρόκειται για κοινωνικό χαρακτηριστικό των μελών μίας πολιτικής κοινωνίας. Η πολιτική κοινωνία καταδεικνύει την κατάφαση του ανθρωπίνου πνεύματος, όταν αυτό θεωρεί την ένταξη των μεμονωμένων προσώπων μέσα στο ευρύτερο οργανωμένο κοινωνικό σύνολο, το οποίο με την σειρά του είναι εντεταγμένο σε μια κρατική οντότητα. Πρόκειται για μια αύξουσα διαδοχική σειρά υπερόλων, ήτοι συνόλων μορφής συστήματος, όπου το μεμονωμένο στοιχείο δρα εν μέρει αυτονόμως και κυρίως ως εντετεταγμένο σε ένα σύνολο. Τόσο η αυτόνομη δραστηριότητα όσο και η εντεταγμένη στο σύνολο δραστηριότητα αποτελούν τα στοιχεία, ή καλύτερα, τις ταυτόχρονες και διαφορετικές κατευθύνσεις του υπερόλου τους. Το κράτος είναι ο έσχατος κρίκος της αλυσίδας αναφοράς του πολιτικού ανθρώπου, εφόσον ευρίσκεται σε ένα ευρύτερο υπερόλον: Ήτοι, ο άνθρωπος αναφέρεται πρώτα προς τον οίκο, την οικογένειά του. Ακολούθως προς την κοινότητα, στην οποία κατοικεί. Εν συνεχεία προς την ευρύτερη κοινωνία δια της εργασίας του, πνευματικής και μη. Τέλος, αναφέρεται προς το κράτος, δια των υποχρεώσεων και καθηκόντων του, καθώς και των δικαιωμάτων του.
Πολιτική σημαίνει συνδυασμός του αιτήματος για συλλογικότητα στο συμφέρον και την δράση, καθώς και του αιτήματος για αποτελεσματική αντιμετώπιση των αναγκών και των προβλημάτων. H πολιτική δράση κάθε επιπέδου πραγματοποιείται από πρόσωπα, τα οποία χαρακτηρίζονται από τις όποιες δυνατότητες και προθέσεις τους. Η συνεργασία αυτών των προσώπων είναι που κάνει αποτελεσματικό το έργο, το οποίο επιτελούν. Όμως, τα μεμονωμένα πρόσωπα ωθούνται στην κάθε μορφής πολιτική δραστηριοποίηση εξ αιτίας κάποιων συγκεκριμένων λόγων. Χωρίς τα συγκεκριμένα αυτά αίτια και συνθήκες, δεν θα υπήρχε αποχρών λόγος ενασχολήσεως με το αντικείμενο της πολιτικής. Η ενασχόληση αυτή, ιδίως για κάποιον, ο οποίος είναι νέος στην ηλικία, προϋποθέτει το κατάλληλο ιδεολογικό, πνευματικό και υλικό περιβάλλον, καθώς και τα απαραίτητα κίνητρα, τα οποία θα γείρουν την πλάστιγγα της κρίσεως και της αποφάσεως προς την κατεύθυνση της πολιτικής δραστηριοποιήσεως. Η πολιτική αναφέρεται στην συνειδητή δράση και στην ανάλογη προς τις περιστάσεις και τις υπάρχουσες συνθήκες στοχοθεσία. Όμως, οι ευκαιρίες, οι διαθέσιμοι πόροι και τα κίνητρα ενασχολήσεως με την πολιτική διαφέρουν, διότι δεν υπάρχει ίση κατανομή τους μέσα στις σύγχρονες κοινωνίες.
Η σύγχρονη αντιπροσωπευτική Δημοκρατία, σε αντιδιαστολή προς την αρχαία άμεση Δημοκρατία, περιορίζει κατ' εξοχήν τις ουσιαστικές ευκαιρίες ενασχολήσεως με την πολιτική σε υψηλό επίπεδο. Στην αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία οι πολίτες εναλλάσσονταν σε ορισμένα δημόσια αξιώματα δια κλήρου, συμφώνως προς την προϋπόθεση ότι όλοι οι πολίτες είναι όχι μόνο ίσοι ως προς τα δικαιώματα, αλλά και ισάξιοι. Εν τούτοις, η εκτελεστική εξουσία ήταν αιρετή κατ' έτος και παρ' ότι όλοι οι πολίτες είχαν την δυνατότητα να αγορεύσουν ενώπιον της εκκλησίας του δήμου και να είναι υποψήφιοι, ήταν συχνό το φαινόμενο, το οποίο υφίσταται ακόμα και στις ημέρες μας, της συχνής επανεκλογής κάποιου συγκεκριμένου πολιτικού ανδρός. Κατά την αρχαιότητα το φαινόμενο αυτό είχε τον χαρακτήρα της ελευθέρας επιλογής του αξίου, αρίστου και καταλλήλου ηγέτου. Στην σύγχρονη εποχή το φαινόμενο έχει τον χαρακτήρα της αρίστης εκμεταλλεύσεως των πολιτικών πόρων, καθώς και των ευκαιριών που δημιουργούνται μέσα στα γρανάζια ενός πολιτικο-οικονομικο-κοινωνικού συστήματος, τα συμφέροντα του οποίου δεν συνταυτίζονται πλήρως προς τα ευρύτερα συμφέροντα της κοινωνίας, προς το κοινό συμφέρον. Η εκμετάλλευση αυτή των διαθεσίμων πολιτικών πόρων, όπως είναι φυσικό, επιτυγχάνεται εκ μέρους ενός φιλοδόξου προσώπου, του οποίου οι φιλοδοξίες δεν αποκλείεται να είναι εντελώς θεμιτές. Όμως, οι ευκαιρίες δεν είναι τω όντι ίσες εκ των προτέρων, όπως θα επιθυμούσε κάθε λογικός δημοκρατικός πολίτης, με αποτέλεσμα να είναι συνηθισμένο φαινόμενο η εκλογή αναξίων, ανικάνων ή ακαταλλήλων προσώπων σε διάφορες δημόσιες θέσεις.
Είναι αυτονόητο ότι αυτοί οι πολιτικοί, οι οποίοι στην καθημερινή ζωή και στον ιδιωτικό τομέα δεν θα είχαν καμιά τύχη στην αναζήτηση υπευθύνου θέσεως, θα αγωνισθούν για την μη προώθηση αξίων και ικανών προσώπων στον τομέα της αρμοδιότητός τους. Αυτή η κατάσταση συνιστά ένα αυτοτροφοδοτούμενο σύστημα διατηρήσεως της αναξιοκρατίας και ισοπεδώσεως των αξιών -και των αξίων-, προς όφελος, στην καλύτερη περίπτωση, των χρυσών μετριοτήτων. Όμως, σε έναν κόσμο μεγάλων, διαρκών και περιπλόκων προβλημάτων είναι περιττή πολυτέλεια για μια κοινωνία η περιφρόνηση των αρίστων και καταλλήλων επιλογών χάριν του κομματικού ή του προσωπικού οφέλους. Εφόσον θεωρηθεί, όπως πίστευε ο Αριστοτέλης, ότι η πολιτική πρέπει να αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του κοινού συμφέροντος, τότε είναι αναγκαία η επιλογή και η προώθηση των ικανών και αρίστων στις θέσεις λήψεως αποφάσεων. Ιστορικώς και πολιτικώς η κατ' αξίαν δημοκρατική επιλογή των επικεφαλής και των άλλων μελών διαχειρίσεως της εκτελεστικής εξουσίας είναι ένα πανίσχυρο κίνητρο και παράδειγμα συμμετοχής των πολιτών στα κοινά και κυρίως των πολιτών εκείνων, οι οποίοι είναι κατάλληλοι, ικανοί, έντιμοι, αξιοπρεπείς και αποτελεσματικοί. Η επικράτηση των δημαγωγών και η συνεπακόλουθη μεταβολή της ουσιαστικής μορφής της δημοκρατίας προς την οχλοκρατία ή την πολιτική ασυνέπεια, συνεπάγεται την αποθάρρυνση των πολιτών ως προς την ενασχόληση με τα κοινά. Τότε, μόνο οι οσφυοκάμπτες, οι συκοφάντες, οι λεγόμενοι "φελλοί", οι ημιμαθείς, οι κόλακες, οι αναξιοπρεπείς, οι αδίστακτοι και οι ανέντιμοι έχουν ισχυρό κίνητρο για την συμμετοχή τους στα κοινά. Επομένως, το σημαντικό δεν είναι η επικράτηση μίας ισοπεδωτικής δημοκρατικοφανούς αρχής, αλλά της αρχής της εκλογής και επιλογής του καταλληλοτέρου, του αρίστου, του εναρέτου, του αποτελεσματικού.
Ο σκοπός της πολιτικής
κοινωνίας είναι η εξυπηρέτηση του κοινού συμφέροντος. Το συμφέρον αυτό για να
εξυπηρετηθεί, πρέπει προηγουμένως
να διαγνωσθεί. Αυτό είναι δυνατόν
να επιτευχθεί μόνο από πολίτες, οι οποίοι γνωρίζουν σε ικανοποιητικό βαθμό το διαγνωστέο αντικείμενο, δηλαδή τον τομέα της πολιτικής,
στον οποίο καλούνται να εργασθούν. Πρέπει, όμως, να έχουν ταυτοχρόνως καλή και
σφαιρική γνώση του συνόλου του αντικειμένου της πολιτικής, καθώς και τα
απαραίτητα στοιχεία της προσωπικότητος, τα οποία
είναι αναγκαία για την επιτυχή εκτέλεση ενός τέτοιου έργου. Εκ παραλλήλου πρέπει
να τεθεί και η προϋπόθεση του πολιτικού ως εναρέτου
προσώπου, νοουμένου με την γνωστή αριστοτελική προσέγγιση της μεσότητος, η οποία δεν έχει καμιά σχέση με την μετριότητα.
Η γνώση και η ικανότητα, όταν ελλείπει το ήθος, οδηγούν στην θρασύτητα, την αμετροέπεια,
την αλαζονεία της εξουσίας, την περιφρόνηση του δικαίου, την υπερβολή στους
μεγάλους λόγους και την έλλειψη στις θετικές πράξεις.
Ο νέος χρειάζεται κίνητρα για
να ασχοληθεί με την πολιτική, όπως και με οποιαδήποτε άλλη ασχολία. Ως κίνητρα
δεν πρέπει να νοούνται μόνο τα συγκεκριμένα υλικά και ηθικά κίνητρα, τα οποία
τίθενται ή αναιρούνται από την πολιτική εξουσία. Ως κίνητρα πρέπει να νοούνται
και οι ιδιότητες του κοινωνικοπολιτικού πλαισίου, στο οποίο βρίσκεται και
κινείται ο νέος. Απαραίτητοι για την ευρύτερη κοινωνία είναι όλοι οι νέοι, οι
οποίοι προσφέρουν την κάθε είδους εργασία τους και την εν γένει δραστηριότητά
τους. Αλλά σε κάθε τομέα της ζωής είναι κατ' εξοχήν απαραίτητοι εκείνοι που
έχουν ηγετικά προσόντα, γνώσεις και ήθος. Αυτοί, όμως, δεν μπορούν να δράσουν
και να εκφρασθούν αποτελεσματικώς σε ένα περιβάλλον αναξιοκρατίας, φαυλότητας,
δημαγωγίας, αναξιοπιστίας, ή έστω μόνο μετριοκρατίας.
Οι άριστοι μπορούν να αποδώσουν
στην πολιτική μόνο σε μια περίπτωση: Όταν το πολιτικοκοινωνικό τους περιβάλλον
είναι αριστοκρατικό, με την φιλοσοφική σημασία του όρου, δηλαδή αξιοκρατικό. Η
συγκρότηση ενός αριστοκρατικού περιβάλλοντος στους εξαρτωμένους από το κράτος
τομείς, καθώς η ανάγκη παραγωγικότητας το επιβάλλει συχνά στον ιδιωτικό τομέα,
αποτελεί σημαντικόν παράγοντα ευρυτέρας
διαδόσεως ενός αξιοκρατικού πλαισίου εργασίας και ανελίξεως. Το σημαντικότερο
περιβάλλον, το οποίο πρέπει να διέπεται από την αρχή της αξιοκρατίας, χωρίς
αυτό να σημαίνει ότι θα παραγνωρισθεί το αίτημα για παιδεία για όλους, το
αντίθετο μάλιστα, είναι το σχολείο και γενικότερα το περιβάλλον όλου του
εκπαιδευτικού συστήματος. Ποιος θα μπορούσε να ισχυρισθεί ότι τα νέα παιδιά
μεγαλώνουν σε ένα αξιοκρατικό περιβάλλον, όταν οι δάσκαλοι και οι καθηγητές
τους δεν επιλέγονται κατ' αξίαν, αλλά στην βάση μιας
χρονικής επετηρίδας πολυετούς καθυστερήσεως διορισμού, όταν δεν αξιολογούνται
για την απόδοσή τους, όταν ο άριστος ή ο ιδιοφυής μαθητής, στον βωμό μίας
αφηρημένης αρχής ισότητος ακολουθεί το πρόγραμμα του
μέσου μαθητού, το οποίο διδάσκεται ελλιπώς, όταν οι εξετάσεις εισαγωγής στα
ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα στηρίζονται κυρίως στην απομνημόνευση και όχι
στην κριτική ικανότητα;
Συμπερασματικώς, πρέπει να λεχθεί ότι η αριστοκρατική προσέγγιση του ζητήματος της ενασχολήσεως των νέων με την πολιτική, ήτοι η δημιουργία ενός αξιοκρατικού δημοσίου περιβάλλοντος, ιδίως στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, αποτελεί αξιόλογη προϋπόθεση κινητοποιήσεως των νέων προς την πολιτική δράση, ιδίως εκείνων των νέων, οι οποίοι λόγω ικανότητος, γνώσεως και καλών προθέσεων είναι εξ αντικειμένου σε θέση να προσφέρουν σε σημαντικό βαθμό στα κοινά της πατρίδας τους. Αυτή η άποψη, αν και έχει οικουμενική ισχύ, εν τούτοις έχει μεγαλύτερη σημασία για την πατρίδα μας, η οποία μαστίζεται από την αναξιοκρατία, τον νεποτισμό, τον κομματισμό, την ανειλικρινή υποσχεσιολογία και την μετριοκρατία, η οποία μάλιστα προσεγγίζει πολλές φορές τα όρια της ασημαντοκρατίας.
Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι. Εν τελευταία αναλύσει, η αριστοκρατία είναι το τελευταίο καταφύγιο της δημοκρατίας.-
** Ο Μιχαήλ Δ. Ρέλλος
είναι Δικηγόρος παρ' Αρείω Πάγω, Πολιτικός Επιστήμων,
Υπ. Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών, Εκδότης του
περιοδικού "Διεπιστημονική Επιθεώρηση",
Πρόεδρος της Επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης Εθνικών Θεμάτων ΑΧΙΛΛΕΥΣ και Γενικός Γραμματέας του Συνδέσμου Επιστημονικού Προβληματισμού.
Για επικοινωνία στείλτε μήνυμα στην διεύθυνση: mrellos@rellos.com
© Μιχαήλ Δ. Ρέλλος,
1998