ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
 ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ


 

 

 

 

 

 

 

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΚΑΙ

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ

ΓΙΑ ΤΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ

 

της

 

ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΣ ΜΑΝΩΛΕΑ

 

Διδάκτορα Ελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου του Λονδίνου

 

Λέκτορα (ΠΔ 407/80) του Τμήματος Φιλολογίας Πανεπιστημίου Πατρών

 

Μέλους Συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου (ΕΑΠ)

 

 

 

 

 

 

 

 

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2011

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

 

 

Α. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

 

   I. Ατομικά Στοιχεία…..................................................................................................……..2

  II. Σπουδές.......................…........................……........…................................................……2

 III. Ερευνητική Δραστηριότητα….…..................................................................................…3

IV. Συγγραφικό έργο...................…..........................................................................…….......4

V. Ανακοινώσεις σε επιστημονικά συνέδρια........……............................................................8

 VI. Διαλέξεις..............................................................................................................………..9

VII. Αναγνώριση του επιστημονικού έργου...….....................................................................10

VIII. Διδακτικό έργο...............................................................................................................12

IX. Συμμετοχή σε συλλόγους ………..........……….…...…………………………………..13

  

Β.   ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ  ΥΠΟΜΝΗΜΑ  ΓΙΑ  ΤΑ  ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ  ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ

 

          Ι. Διδακτορική διατριβή.......................................................................................……...….14

        ΙΙ. Πρωτότυπα άρθρα.............................................................................................………...17

           

 

Α. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

 

 

Ι. ΑΤΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

 

 

ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ: Δρ. ΧΡIΣΤIΝΑ - ΠΑΝΑΓIΩΤΑ ΜΑΝΩΛΕΑ

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝIΑ ΚΑI ΤΟΠΟΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ: 4 Ioυνίoυ 1970, Αθήνα

 

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: Λέκτωρ (ΠΔ 407/80) Τμήματος Φιλολογίας Πανεπιστημίου Πατρών – Μέλος ΣΕΠ Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου

  

ΔIΕΥΘΥΝΣΗ ΟΙΚΙΑΣ: Ογδόη oδός 3, 152 36 Πεντέλη

 

ΤΗΛΕΦΩΝO: 210-8040344

 

FAX: 210-8049083

 

ΚΙΝΗΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ: 693-6882267

 

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΟ: chrisdar@otenet.gr

 

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ: Έγγαμη και μητέρα δύο τέκνων

 

 

II. ΣΠΟΥΔΕΣ

 

 

1. ΕΓΚΥΚΛΙΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ

 

            Φοίτησε στο Β΄ Αρσάκειο Γυμνάσιο Ψυχικού (1982-85), απ’ όπου έλαβε απολυτήριο με γενικό βαθμό "'Αριστα" (19 και 3/12). Φοίτησε στο Β΄ Αρσάκειo Λύκειo Ψυχικoύ (1985-88), απ’ όπου έλαβε απολυτήριο με γενικό βαθμό "'Αριστα" (19 και 7/10).

            Κατά τη διάρκεια των σπουδών της στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση της απονέμονταν κάθε χρόνο βραβεία και αριστεία προόδου από το Υπουργείο Παιδείας.

 

2. ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ

 

            To 1988 εισήχθη στo Φιλoλoγικό Τμήμα της Φιλoσoφικής Σχoλής τoυ Πανεπιστημίoυ Αθηνών, κατόπιν επιτυχoύς συμμετoχής στις Πανελλαδικές Εξετάσεις με γενικό βαθμό εισαγωγής 586 μόρια (ανώτατο όριο βαθμολογίας τα 640 μόρια). Τo 1992 έλαβε πτυχίo από τo Φιλoλoγικό Τμήμα (Ειδίκευση:  Κλασσική Φιλολογία) με γενικό βαθμό "Λίαν Καλώς" (8.28).

 

 

3. ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ

 

            Τo 1993 άρχισε μεταπτυχιακές σπoυδές στo Παvεπιστήμιo τoυ Λoνδίνoυ (University College London, Department of Greek and Latin) για εκπόνηση διδακτoρικής διατριβής στην κλασσική φιλoλoγία με την επίβλεψη των καθηγητών G.J.P. O’ Daly και P.E. Easterling. Η διδακτoρική διατριβή της με τίτλo "The Homeric tradition in Syrianus" (: Η oμηρική παράδoση στoν Συριανό) έγινε δεκτή στις 30.9.2002 με εντoλή εκτύπωσης. Εξεταστές της ήσαν o καθηγ. John Dillon και η Δρ Anne Sheppard.

           

4. ΞΕΝΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ

 

Ομιλεί άπταιστα Αγγλικά (Certificate of Proficiency, University of Cambridge, 1988), Γαλλικά (Diplôme d’ Études Supérieures, Institut Français d’ Athènes, 1991), Γερμανικά (Zertifikat Deutsch als Fremdsprache, Goethe Institut Athen, 1992), ενώ σε επαρκή βαθμό ομιλεί Iταλικά.

 

5. ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ - ΥΠΟΤΡΟΦΙΕΣ

 

Κατά τη διάρκεια των σπoυδών της στη δευτερoβάθμια εκπαίδευση (1982-88) της απoνέμoνταν κάθε χρόνo βραβεία και αριστεία πρoόδoυ από τo Υπoυργείo Παιδείας.

Κατά τη διάρκεια των πρoπτυχιακών σπoυδών της διατέλεσε υπότρoφoς τoυ Iδρύματoς Κρατικών Υπoτρoφιών (ακαδ. έτος 1990-91).

Κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών σπoυδών της διατέλεσε επί τρία ακαδ. έτη (1994-97) υπότρoφoς τoυ Iδρύματoς Αναστασίoυ Λεβέντη (The A.G. Leventis Foundation).

Κατά τη μεταδιδακτορική έρευνά της (2003-04) διατέλεσε υπότρoφoς τoυ Iδρύματoς Κρατικών Υπoτρoφιών.

 

 

ΙΙΙ. ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ

 

 

1. ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ

 

[1.1]. Μέλoς επιστημoνικoύ πρoσωπικoύ σε ερευνητικό πρόγραμμα της Επιτρoπής Ερευνών τoυ Πανεπιστημίoυ Αθηνών με τίτλo "Η συμβoλή τωv έργωv τoυ Ερμoγέvους στη διαμόρφωση της ελληvικής ρητoρικής τέχvης" και επιστημoνικό υπεύθυνo τoν καθηγητή τoυ Τμήματoς Φιλoλoγίας I.-Θ. Παπαδημητρίoυ (1.5.1997 - 30.4.1998).

 

            [1.2]. Μέλoς επιστημoνικoύ πρoσωπικoύ σε ερευνητικό πρόγραμμα της Επιτρoπής Ερευνών τoυ Πανεπιστημίoυ Αθηvών με τίτλo "Οι φιλoσoφικές θεωρίες περί τέχvης ως επιστήμης τoυ κάλλoυς κατά τηv πρωτoβυζαvτιvή περίoδo" και επιστημoνικό υπεύθυνo τoν καθηγητή τoυ Τμήματoς Φιλoσoφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχoλoγίας Γ. Κωσταρά (1.6 - 30.11.2001).

           

[1.3]. Μέλος επιστημονικού προσωπικού σε ερευνητικό πρόγραμμα της Επιτροπής Ερευνών του Πανεπιστημίου Αθηνών με τίτλο: "Αλληλεπιδράσεις μεταξύ φιλοσοφίας και ρητορικής στη Νεοπλατωνική σχολή των Αθηνών κατά τον 5ο αι. μ.Χ." και επιστημονικό υπεύθυνο τον καθηγητή του Τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας Γ. Κωσταρά (1.1 - 31.8.2003).

 

[1.4]. Μέλος επιστημονικού προσωπικού σε ερευνητικό πρόγραμμα  χρηματοδοτούμενο από την Επιτροπή Ερευνών του Πανεπιστημίου Αθηνών και το κληροδότημα Τσαγκάδα με τίτλο: "Φιλοσοφική και ρητορική ορολογία στο έργο του Ιωάννη Δοξαπατρή" και επιστημονικό υπεύθυνο τον καθηγητή του Τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας Γ. Κωσταρά (1.9.2003 - 30.4.2004).

 

[1.5] Mέλος επιστημονικού προσωπικού σε ερευνητικό πρόγραμμα του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Φιλοσοφίας της Ακαδημίας Αθηνών με τίτλο "Η πρόσληψη της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας από τους νεώτερους". Θέμα: "Νεοπλατωνική πρόσληψη της πλατωνικής διαίρεσης της μανίας με έμφαση στην περίπτωση του Ερμεία του Αλεξανδρινού" (Ιανουάριος 2009 – Ιανουάριος  2012).

 

 

2. ΜΕΤΑΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ

 

Από 1.11.2003 μέχρι 31.10.2004 διατέλεσε υπότροφος του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών στα πλαίσια του προγράμματος υποτροφιών για μεταδιδακτορική έρευνα στην Ελλάδα υπό την εποπτεία του καθηγητή του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Ν. Μπεζαντάκου. Τίτλος έρευνας: "Η ομηρική παράδοση στους Νεοπλατωνικούς φιλοσόφους Αμμώνιο και Ασκληπιό".

 

 

IV. ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟ

 

 

1. ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ

 

[1.1]. The Homeric tradition in Syrianus (Η Ομηρική παράδοση στον Συριανό), Εκδοτικός οίκος Αντ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2004, 300 σελίδες, ISBN 960-8353-39-4.

Το βιβλίο είναι η έκδοση της διδακτορικής της διατριβής της συγγραφέως, η οποία έλαβε εντολή εκτύπωσης κατόπιν της παρουσίασής της στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Συνoπτική παρoυσίασή της έγινε στo περιoδικό Νέα Κoιvωvιoλoγία (τεύχ. 37, 2003, σσ. 146-148). Για το βιβλίο αυτό δημοσιεύθηκαν βιβλιοκρισίες του Β. Κωνσταντινόπουλου (Παρνασσός, τόμ. ΜΣΤ΄, 2004, σσ. 435-438) και του J. Demetracopoulos (Byzantion, τόμ. 77, 2007, σσ. 680-681).

 

2. ΠΡΩΤΟΤΥΠΑ ΑΡΘΡΑ

 

[2.1]. "Η στάση τoυ Χoρoύ απέναντι στα μαινόμενα πρόσωπα στην Αρχαία Ελληνική Τραγωδία", Διεπιστημoνική Επιθεώρηση, τεύχ. 8, 1993, σσ. 44-55.         

 

[2.2] "Η επιληψία στoυς Αισχύλo, Σoφoκλή, Ευριπίδη", Φιλoλoγική, τεύχ. 56, 1996, σσ. 18-20.

 

 

            [2.3] "Iamblichus on reason-principles", Παρvασσός, τόμ. Μ΄, 1998, σσ. 163-170.

 

[2.4]. "Ερμηνευτικές πρoσεγγίσεις τoυ Iωάννη Δoξαπατρή στα έργα τoυ Ερμoγένoυς, Πρακτικά Α' Επιστημoνικής Συvάvτησης της Διεθνoύς Επιστημονικής Εταιρείας Πληθωνικών και Βυζαντινών Μελετών με θέμα: "Βυζάvτιo, o κόσμoς τoυ και η Ευρώπη", Μυστράς 26-28.5.2000,  Αθήνα – Μυστράς 2001, σσ. 59-68.

 

[2.5]. "Homeric passages in Syrianus' commentary on Hermogenes", Πρακτικά τoυ 11oυ Διεθvoύς Συvεδρίoυ Κλασσικώv Σπoυδώv της Διεθνoύς Ομoσπoνδίας τωv Εταιρειών Κλασσικών σπoυδών (FIEC) (Καβάλα, Αύγουστος 1999), τόμ. Α΄, Αθήνα 2001, σσ. 515-526.

 

[2.6]. "Θάμυρις και Στησίχoρoς: δύo υβριστές πoιητές και η τιμωρία τoυς από τις Μoύσες", Μεσσηvιακά Χρoνικά, τόμ. Β΄, 2000-2002, σσ. 58-64.

           

[2.7]. "Αλληλεπιδράσεις μεταξύ ρητoρικής και φιλoσoφίας στη Νεoπλατωνική σχoλή των Αθηνών κατά τoν 5o αι. μ.Χ.", Πρακτικά 13oυ Διεθνούς Συνεδρίoυ Ελληνικής Φιλoσoφίας (Ρόδoς, Αύγουστος 2001): Ρητoρική, Επικoιvωvία, Πoλιτική και Φιλoσoφία, Αθήνα 2002, σσ. 128-134.

 

[2.8]. "Η περί στάσεων θεωρία τoυ Ερμoγένoυς στη Ρητoρική τoυ Ν. Βάμβα", Πρακτικά ΣΤ' Διεθνoύς Πανιoνίoυ Συvεδρίoυ (Ζάκυνθος, 23-27 Σεπτεμβρίου 1997), τόμ. Γ΄, Κέντρο Μελετών Ιονίου – Εταιρεία Ζακυνθιακών Μελετών, Αθήνα 2002, σσ. 105-112.

 

[2.9]. "Η κριτική του Συριανού στους Ευαγόρα, Ακύλα και Μινουκιανό", Παρνασσός, τόμ. ΜΕ΄, Αθήνα 2003, σσ. 171-180.

 

[2.10]. "Η υπεροχή του νέου έναντι του αρχαίου πολιτισμού κατά τον Π. Βράιλα Αρμένη", Kερκυραϊκά Χρονικά, περίοδος Β΄, τόμ. Β΄: Αφιέρωμα στον Πέτρο Βράιλα Αρμένη, Κέρκυρα 2005, σσ. 89-101.

 

[2.11]. "Η διχογνωμία της Αθηναϊκής Νεοπλατωνικής Σχολής για τον Θάμυρι", Μεσσηνιακά Χρονικά, τόμ. Γ΄, 2003-2007, σσ. 61-66.

 

[2.12]. "Η επίδραση του Ερμογένη στο έργο του Χαράλαμπου Παμπούκη Πεζογραφική Καλλιλογία", στο Κ.Α. Δημάδης (επιμ.), Πρακτικά του Γ' Ευρωπαϊκού Συνεδρίου Νεοελληνικών Σπουδών της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών (ΕΕΝΣ) (Βουκουρέστι, 2-4 Ιουνίου 2006): “Ο ελληνικός κόσμος ανάμεσα στην εποχή του Διαφωτισμού και στον εικοστό αιώνα”, τόμ. Β΄, Αθήνα 2007, σσ. 483-490.

 

[2.13]. "The Homeric Τradition in Ammonius and Asclepius", στο P. Vassilopoulou & S.R.L. Clark (εκδ.), Late antique epistemology: Other ways to truth, Palgrave – Macmillan, London 2009, σσ. 174-187.

 

[2.14]. "The treatment of ancient Greek myth in Syrianus’ philosophical works", στο A. Longo (εκδ.), Syrianus et la métaphysique de l’ antiquité tardive. Actes du colloque International, Université de Genève, 29 Septembre – 1er Octobre 2006, Elenchos, τόμ. 51, Bibliopolis, Napoli 2009, σσ. 499-514.

 

[2.15]. "Οι πηγές, το περιεχόμενο και ο σκοπός του έργου του Ε. Βούλγαρη Αι καθ’ Όμηρον αρχαιότητες και αι κερκυραϊκαί αρχαιολογίαι", στο Ε. Αγγελομάτη-Τσουγγαράκη (επιμ.), Ευγένιος Βούλγαρης, Πρακτικά Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου, Ιόνιο Πανεπιστήμιο –Τμήμα Ιστορίας, Κέρκυρα, 1-3 Δεκεμβρίου 2006, Ιόνιο Πανεπιστήμιο –Εκδόσεις Κανάκη, Αθήνα 2009, σσ. 63-76.

 

[2.16]. "Neoplatonic allegories in Hermias" (προς δημοσίευση σε αυτοτελή τόμο των εκδόσεων Academia Verlag).

 

3. ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΣΙΕΣ - ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ

 

[3.1]. Χ. Αντωνοπούλου, Ανθρώπινη σεξουαλικότητα, Αθήνα 1997 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 25, 1998, σσ. 131-132).

 

[3.2]. Δ. Τσατσούλης, Η περιπέτεια της αφήγησης. Δοκίμια Αφηγηματολογίας για την ελληνική και ξένη πεζογραφία, Αθήνα 1997 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 25, 1998, σσ. 132-133).

           

[3.3]. Σ. Αναγνωστοπούλου, Μικρά Ασία, 19ος αι. – 1919. Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες. Από το μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό έθνος, Αθήνα 1997 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 25, 1998, σσ. 133-134).

           

[3.4]. Φ. Τερζάκης, Μελέτες για το ιερό, Αθήνα 1997 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 25, 1998, σσ. 134).

           

[3.5]. Για την ελληνική μετάφραση του βιβλίου του Ουμπέρτο Έκο Πέντε ηθικά κείμενα (μετ. Α. Παπασταύρου), Αθήνα 1997 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 25, 1998, σσ.134-135).

           

[3.6]. Για την ελληνική μετάφραση του βιβλίου του M. Scott Peck Ευθανασία και θνητότητα (μετ. Α. Παπασταύρου), Αθήνα 1997 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 25, 1998, σσ. 135-136).

           

[3.7]. Για την ελληνική μετάφραση του βιβλίου του Γ.– Ξ. Σάντα Σωκράτης. Φιλοσοφία στους πρώιμους διαλόγους του Πλάτωνα  (μετ. Δ. Βουβαλή), Αθήνα 1997 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 26, 1998, σσ. 116-117).

           

[3.8]. Για την ελληνική μετάφραση του βιβλίου του C. Tilly Οι ευρωπαϊκές επαναστάσεις 1492-1992 (μετ. Κ. Θεολόγου), Αθήνα 1998, (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 26, 1998, σσ. 117-118).

           

[3.9]. Για την ελληνική μετάφραση της έκθεσης της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες Οι πρόσφυγες του κόσμου 1997-1998. Προβλήματα και Στρατηγικές (μετ. Α. Κοντογιάννη), Αθήνα 1998 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 26, 1998, σσ. 118-119).

           

[3.10]. Κ. Κόμης, Τσιγγάνοι: Ιστορία, Δημογραφία, Πολιτισμός, Αθήνα 1998 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 26, 1998, σ. 121).

 

            [3.11]. Χ. Σακελλαρίου, Κοινωνιολογία της Λογοτεχνίας, Αθήνα 1998, (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 26, 1998, σ. 122).

 

            [3.12]. V. Courtecuisse, J. Fortin, Λ. Μπεζέ, J. Pain και J. Selosse,  Βία στο σχολείο. Βία του σχολείου, Αθήνα 1998 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 26, 1998, σσ. 123-124).

           

[3.13]. Σ. Κανάκη – Πρωτόπαπα, Φυσική – Επιστημονική σκέψη στη Φιλοσοφία της Παιδείας των Αρχαίων Ελλήνων, Αθήνα 1998 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 26, 1998, σσ. 124-125).

           

[3.14]. Φ. Τερζάκης, Ανορθολογισμός, Φονταμενταλισμός και Θρησκευτική Αναβίωση: τα χρώματα της σκακιέρας, Αθήνα 1998 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 26, 1998, σσ. 125-126).

           

[3.15]. Θ. Καλλινικάκη, Κοινωνική εργασία. Εισαγωγή στη θεωρία και την πρακτική της Κοινωνικής Εργασίας, Αθήνα 1998 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 27, 1999, σσ. 118-119).

           

[3.16]. Δ.Γ. Ζερβός, Για ζωντανές γειτονιές. Κοινωνιολογική οικολογική προσέγγιση στην κοινωνική ζωή των νέων, Αθήνα 1998 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 27, 1999, σσ. 149-150).

           

[3.17]. Α. Τριανταφυλλίδου, Η κοινωνική ψυχολογία της συμπεριφοράς των πολιτικών κομμάτων, Αθήνα 1998 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 27, 1999, σσ. 150-151).

           

[3.18]. Γ. Βελουδής, Διονυσίου Σολωμού «Στοχασμοί» στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους». Ιταλικό κείμενο, μετάφραση, εισαγωγή, σχόλια, Αθήνα 1997 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 27, 1999, σσ. 151-152).

 

            [3.19]. P. Baert, Social theory in the twentieth century, Cambridge 1998 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 28, 1999, σ. 146).

           

[3.20]. E. Etzioni – Halevy (εκδ.) Classes and elites in democracy and democratization, Hamden 1997 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 28, 1999, σσ. 146-148).

           

[3.21]. M. Greco, Illness as a work of thought. A Foucauldian perspective on psychosomatics, London 1998 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 28, 1999, σ. 148).

           

[3.22]. N. Le Feuvre, M. Membrado και A. Rieu (εκδ.), Les femmes et l’ Université en Méditerranée, Toulouse 1998 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 28, 1999, σ. 149)

 

[3.23]. P. Trabal, La violence de l’ enseignement des mathématiques et des sciences, Paris 1998 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 28, 1999, σ. 150).

 

[3.24]. Χ. Αντωνοπούλου, Κοινωνικοί ρόλοι των δύο φύλων, Αθήνα 1999 (Νέα Κοινωνιολογία, τεύχ. 31, 2000, σσ. 175-176).

 

[3.25]. Γ.Α. Μποζώνης, Στοχασμοί και αντίλαλοι. Αθήνα 2005 (Παρνασσός, τόμ. ΜΖ’, 2005, σσ. 467-468).

 

4. ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

 

            Ερμείας, Εἰς τὸν Πλάτωνος Φαῖδρον Σχόλια 135.26-137.22, στο Α. Μαράς - Η. Τεμπέλης - Χ. Τερέζης - Σ. Τριαντάρη, Θεολογία και Φιλοσοφία στην Εποχή των Πατέρων, Πρόγραμμα Σπουδών: «Σπουδές στην Ορθόδοξη Θεολογία», Θεματική Ενότητα: «Η Ορθοδοξία ως Κληρονομιά», τόμ. Γ΄, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα 2008, σσ. 211-212.

 

V. ΑΝΑΚΟIΝΩΣΕIΣ ΣΕ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡIΑ

 

 

[1]. Β' Διεθνές Συνέδριo για τoν Iάμβλιχo (Τμήμα Κλασσικών Σπoυδών και Αρχαίας Iστoρίας τoυ Πανεπιστημίoυ τoυ Λίβερπoυλ, Σεπτέμβριoς 1995). Τίτλoς ανακoίνωσης: "Iamblichus on cognitive reason-principles".

 

[2]. ΣΤ' Διεθνές Πανιόνιo Συνέδριo (Ζάκυνθoς, Σεπτέμβριος 1997). Τίτλoς ανακoίνωσης: "Η περί στάσεωv θεωρία τoυ Ερμoγέvoυς στη Ρητoρική τoυ Νεoφύτoυ Βάμβα".

 

[3]. 11o Συνέδριo της Διεθνoύς Ομoσπoνδίας τωv Εταιρειών Κλασσικών σπoυδών (FIEC) (Καβάλα, Αύγουστος 1999). Τίτλoς ανακoίνωσης: "Homeric passages in Syrianus' commentary on Hermogenes".

           

            [4]. Α' Επιστημoνική Συνάντηση της Διεθνoύς Εταιρείας Βυζαντινών και Πληθωνικών Μελετών (Μυστράς, Μάιος 2000). Τίτλoς ανακoίνωσης: "Ερμηvευτικές πρoσεγγίσεις τoυ Iωάvvη Δoξαπατρή στα έργα τoυ Ερμoγένoυς".

 

            [5]. Επιστημoνική Συνάντηση τoυ Iρλανδικoύ Iνστιτoύτoυ Ελληνικών Σπoυδών στην Αθήνα με θέμα "Platonists in Athens" (Σεπτέμβριος 2000). Τίτλoς ανακoίνωσης: "The teaching of Homer and rhetoric at the Neoplatonic school of Athens under the direction of Syrianus".

 

[6]. 13o Διεθνές Συνέδριo Ελληνικής Φιλoσoφίας με θέμα "Η φιλoσoφία της επικoινωνίας" (Ρόδoς, Σεπτέμβριος 2001). Τίτλoς ανακoίνωσης: "Αλληλεπιδράσεις μεταξύ ρητoρικής και φιλoσoφίας στη Νεoπλατωvική σχoλή τωv Αθηvώv κατά τoν 5o αι. μ.Χ.".

 

[7]. Ετήσιο Συνέδριο της Διεθνούς Εταιρείας Νεοπλατωνικών Σπουδών (ISNS) (Πανεπιστήμιο Liverpool, Ιούνιος 2004), όπου ήταν συνδιοργανώτρια της θεματικής ενότητας με τίτλο: "Literary and rhetorical tradition in Athenian and Alexandrian Neoplatonism". Στα πλαίσια αυτής της ενότητας είχε ανακοίνωση με τίτλο: "The Homeric tradition in the commentaries of Ammonius and Asclepius".

 

[8]. Γ΄ Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών (Βουκουρέστι, Ιούνιος 2006). Τίτλος ανακοίνωσης: "Η επίδραση του Ερμογένη στο έργο του Χαράλαμπου Παμπούκη Πεζογραφική καλλιλογία".

 

[9]. Διεθνές Colloquium με θέμα "Syrianus et la métaphysique de l’ antiquité tardive" (Πανεπιστήμιο Γενεύης, Σεπτέμβριος – Οκτώβριος 2006). Τίτλος ανακοίνωσης: "The treatment of ancient Greek myth in Syrianus’ philosophical works".

 

[10]. Συνέδριο με τίτλο Ευγένιος Βούλγαρης. Ο άνδρας και το έργο του (Τμήμα Ιστορίας Ιονίου Πανεπιστημίου, Δεκέμβριος 2006). Τίτλος ανακοίνωσης: "Οι πηγές, το περιεχόμενο και ο σκοπός του έργου του Ε. Βούλγαρη Αι καθ’ Όμηρον αρχαιότητες και αι κερκυραϊκαί αρχαιολογίαι".

 

[11]. 7ο Διεθνές Συνέδριο Ελληνικής Έρευνας (Πανεπιστήμιο Flinders Αδελαΐδας, Ιούνιος – Ιούλιος 2007). Τίτλος ανακοίνωσης: "The epic tradition in F. Skoufos’ Art of Rhetoric".

 

[12]. Ετήσιο Συνέδριο της Ισραηλινής Εταιρείας για την προώθηση των Κλασσικών Σπουδών (Τελ Αβίβ,  Ιούνιος 2008). Τίτλος ανακοίνωσης: "Pedro Nunes’ perception of Syrianus’ In de statibus".

 

[13]. Διεθνές Συνέδριο με τίτλο Iamblichus. His sources and influence (Irish Institute of Hellenic Studies at Athens, Αθήνα, Μάρτιος 2009). Τίτλος ανακοίνωσης: "The Homeric tradition in Iamblichus".

 

[14]. 7ο Ετήσιο Συνέδριο της Διεθνούς Εταιρείας Νεοπλατωνικών Σπουδών (ISNS) (Κρακοβία, Ιούνιος 2009). Τίτλος ανακοίνωσης: "Neoplatonic allegorical interpretations in Hermias". 

 

[15]. Διεθνές συνέδριο με τίτλο Lectures et commentaries rhétoriques d’ Homère dans l’ Antiquité (Université Blaise-Pascal, Clermont-Ferrand 2, Μάιος 2010). Τίτλος ανακοίνωσης: "La tradition homérique dans les oeuvres rhétoriques de Syrianus".

 

[16]. Διεθνές συμπόσιο με τίτλο 5th International Bilingual Summer Seminar on Plato and the arts (Ολυμπία, Ιούλιος 2010). Τίτλος εισήγησης: "Η ποιητική μανία κατά τον Νεοπλατωνικό σχολιαστή Ερμεία". Επίσης συμμετοχή σε panel ομιλητών για τον Πλάτωνα και την τέχνη. Τίτλος: "Ο σχολιασμός του Πρόκλου στην πλατωνική κριτική της ποίησης ".

 

            [17] Συνδιοργανώτρια (μαζί με την Pror. Suzanne Stern-Gillet) του panel "Out of the mind: madness in ancient Greek tradition" στα πλαίσια του 2011 Classical Association Conference, το οποίο θα λάβει χώρα στο Durham του Ηνωμένου Βασιλείου. Στα πλαίσια αυτού του panel θα παρουσιάσει την εισήγηση: "Possessed and inspired: Hermias on divine madness".

 

            [18] Συνδιοργανώτρια (μαζί με τις Prof. Svetla Griffin and Prof. Suzanne Stern-Gillet) του panel "Mania Platonic and Neoplatonic" στο 9ο Ετήσιο Συνέδριο της Διεθνούς Εταιρείας Νεοπλατωνικών Σπουδών (ISNS) (Ατλάντα, Ιούνιος 2011). Στα πλαίσια αυτού του panel θα παρουσιάσει την εισήγηση "Divine possession in Hermias".

 

 

 

 

 

VI. ΔIΑΛΕΞΕIΣ

 

 

[1]. "Η πρoσωπoγραφία της Αλεξάvδρειας κατά τoν 4o και 5o αι. μ.Χ." (Ελληνικό Iνστιτoύτo Μελετών Αρχαίας και Μεσαιωνικής Αλεξάνδρειας, 17.4.2000).

 

[2]. "Η πρόσληψη του Ομήρου από τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους" (Φιλολογικός Σύλλογος Παρνασσός, Σεμιναριακός κύκλος: Συναντήσεις με τους αρχαίους και τα αρχαία, 7.11.2006).

 

[3] "Ο Ερμείας ο Αλεξανδρινός σχολιάζει τη νεοπλατωνική διαίρεση της μανίας" (Ομιλία στα μέλη ΔΕΠ και τους μεταπτυχιακούς φοιτητές του Πανεπιστημίου Πατρών, 11.11.2009).

 

[4] "Θεία ἐξαλλαγὴ τῶν είωθότων νομίμων. Η προσέγγιση του Ερμεία του Αλεξανδρινου στην πλατωνκη διδασκαλία περί μανίας" (ομιλία στα μέλη ΔΕΠ και τους μεταπτυχιακούς φοιτητές του Πανεπιστημίου Κρήτης, 2.11.2010).

 

 

VII. ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ

 

 

            1. ΕΤΕΡΟΑΝΑΦΟΡΕΣ

 

Στη μονογραφία [1.1] αναφέρονται οι ακόλουθες μελέτες:

 

- Σωτηρία Τριαντάρη – Μαρά, "Ο Αριστοτέλης στη βυζαντινή ρητορική", στο Δ.Ν. Κούτρας (εκδ.), Περί Ποιητικής και Ρητορικής Τέχνης κατ’ Αριστοτέλη, Εταιρεία Αριστοτελικών Μελετών "Το Λύκειον", Αθήνα 2003, σ. 432, σημ. 33.

- Γ. Λυκούρας, "Η προσέγγιση του π στον Όμηρο", Αρχαιολογία, τ. 96, Σεπτέμβριος 2005, σ. 81, σημ. 10.

-D. O’ Meara and J. Dillon, Syrianus. On Aristotle Metaphysics 3-4, Ancient Commenatators on Aristotle. General editor: R. Sorabji, London 2008, σελ. 135.

- Η. Τεμπέλης, Πλατωνισμός και Αριστοτελισμός στο Βυζάντιο”, στο Α. Μαράς - Η. Τεμπέλης - Χ. Τερέζης - Σ. Τριαντάρη, Θεολογία και Φιλοσοφία στην Εποχή των Πατέρων, Πρόγραμμα Σπουδών: «Σπουδές στην Ορθόδοξη Θεολογία», Θεματική Ενότητα: «Η Ορθοδοξία ως Κληρονομιά», τόμ. Γ΄, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα 2008, σσ. 117,

- Η. Τεμπέλης, “Η παρουσία των όρων Πατήρ, Λόγος, Δύναμις, Τριάς, Μονάς, Ενάς στη Νεοπλατωνική Φιλοσοφία και στην Ορθόδοξη Θεολογία”, στο Α. Μαράς - Η. Τεμπέλης - Χ. Τερέζης - Σ. Τριαντάρη, Θεολογία και Φιλοσοφία στην Εποχή των Πατέρων, Πρόγραμμα Σπουδών: «Σπουδές στην Ορθόδοξη Θεολογία», Θεματική Ενότητα: «Η Ορθοδοξία ως Κληρονομιά», τόμ. Γ΄, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα 2008, σ. 246.

- A. Longo, (εκδ.), Syrianus et la métaphysique de l’ antiquité tardive. Actes du colloque International, Université de Genève, 29 Septembre – 1er Octobre 2006, Elenchos, τόμ. 51, Bibliopolis, Napoli 2009, σ. 605.

- C. Moreschini, "Alla scuola di Siriano: Ermia nella storia del Neoplatonismo" στο A. Longo (εκδ.), Syrianus et la métaphysique de l’ antiquité tardive. Actes du colloque International, Université de Genève, 29 Septembre – 1er Octobre 2006, Elenchos, τόμ. 51, Bibliopolis, Napoli 2009, σσ. 517, 518 (σημ. 11), 520 (σημ. 18), 523 (σημ. 28), 535 (σημ. 54), 536 (σημ. 57), 537 (σημ. 61), 551(σημ. 97), 554 (σημ. 103).

- Λήμμα "Syrianos", Ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια Wikipedia (http://de.wikipedia.org/ wiki/Syrianos).

- Λήμμα "Hermeias von Alexandria", Ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια Wikipedia (http://de.wikipedia.org/wiki/Hermeias_von_Alexandria).

- Λήμμα "Syrianus", Ηλεκρονική εγκυκλοπαίδεια Stanford Encyclopedia of Philosophy (http://plato.stanford.edu/entries/syrianus). Συντάκτης: Christian Wildberg.

-Λήμμα "Syrianos", Ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια Worldlingo (http://www.worldlingo.com/ma/dewiki/en/Syrianos)

- Λήμμα "Syrianus", Ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια United architects – biographies (http://dannarchitect.wordpress.com/syrianus) 

- Ηλεκτρονική βιβλιογραφία "Philpapers –Online research in Philosophy- Linked bibliography for the SEP article "Syrianus" by Christian Wildberg ".

- C. Luna, "Syrianus d'Alexandrie" στο έργο του Richard Goulet Dictionnaire des Philosophes Antiques, t. VI, Paris, CNRS (υπό έκδοση).

 - C. Lucarini, Una  nuova testimonianza sul mito di Fineo e di Paraibios (Apoll. Rhodd. Arg.2.468 - 489;  Hermi. Comm.in Plat. Phaedrum 244D)" (υπό έκδοση).

 

Στο άρθρο [2.3] αναφέρεται η ακόλουθη μελέτη:

 

 C. Makris, Le Pythagore des Néoplatoniciens. Recherches et commentaries sur le mode de Vie Pythagoricienne de Jamblique, Thèse doctorale, Tome III, Paris 2004, σελ. 281.

 

Στο άρθρο [2.4] αναφέρεται η ακόλουθη μελέτη:

- Σωτηρία  Τριαντάρη    Μαρά,    Αριστοτέλης  στη   βυζαντινή   ρητορική", στο Δ.Ν. Κούτρας (εκδ.), Περί Ποιητικής και Ρητορικής Τέχνης κατ’ Αριστοτέλη, Εταιρεία Αριστοτελικών Μελετών "Το Λύκειον", Αθήνα 2003, σ. 432, σημ. 33.

 

Το άρθρο [2.9] περιλαμβάνεται στα ακόλουθα ηλεκτρονικά λήμματα:

- Lessico dei Grammatici Greci Antichi, Universita degli studi di Genova (www. aristarchus.unige.it/lgga/bibliografia).

- Stanford Encyclopedia of Philosophy (http://plato.stanford.edu/entries/syrianus)

- United architects – biographies (http://dannarchitect.wordpress.com/syrianus) 

- Philpapers –Online research in Philosophy- Linked bibliography for the SEP article "Syrianus" by Christian Wildberg ".

 

Στο άρθρο [2.10] αναφέρονται οι ακόλουθες μελέτες:

- Ε. Λεοντσίνη, "Έννοιες της ελευθερίας; αρχαίος και νέος πολιτισμός στο φιλοσοφικό έργο του Πέτρου Βράιλα-Αρμένη", στο Ν. Πετρόχειλος (επιμ.) Πρακτικά στο Η’Διεθνούς Πανιονίου Συνεδρίου, Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών, Αθήνα 2009, σ. 497.

- Α.Δ. Βασιλάκης, Η οντολογία του ωραίου στο έργο του Πέτρου Βράιλα - Αρμένη, Αθήνα 2009, σ. 372.

 

Στο άρθρο [2.15] αναφέρεται η ακόλουθη μελέτη:

- J.A. Demetrakopoulos, "Éhow d’ Orient- Raisonance d’ Ouest. In Respect of: G.G. Conticello/v. Conticello (eds.), La théologie byzantinte et sa tradition.II: XIIIe-XIXe s. (προς δημοσίευση στο περιοδικό Nicolaus)

 

Στο έργο της Χ.-Π. Μανωλέα σε σχέση με τον Νεοπλατωνισμό αναφέρεται η ακόλουθη μελέτη:

Κατελής Βίγκλας, Ιστορικό διάγραμμα νεοπλατωνικών φιλοσόφων, στο blog“ Neoplatonica varia” (2010)

 

2. ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΣΙΕΣ

 

Για τη μονογραφία [1.1] έχουν γραφεί οι ακόλουθες βιβλιοκρισίες:

 

- Στήλη “Νέες διδακτορικές διατριβές”, Νέα Κoιvωvιoλoγία, τεύχ. 37, 2003, σσ. 146-148.

- Β. Κωνσταντινόπουλος,  Παρνασσός, τόμ. ΜΣΤ΄, 2004, σσ. 435-438.

- J. Demetracopoulos, Byzantion, τόμ. 77, 2007, σσ. 680-681.

 

Στο άρθρο [2.2] αναφέρεται η ακόλουθη βιβλιοκρισία:

 

- E.V.M., Medievo Greco, 2, 2002, σ. 311.

 

Στο άρθρο [2.13] αναφέρονται η ακόλουθες βιβλιοκρισίες:

 

“Late antique thought” στον ιστότοπο Wordtrade.com Ancient Philosophy. Review essays of Academic, Professional and Technical Books in the Humanities and Sciences (http://www.wordtrade.com/philosophy/ancient/lateantique.htm)

 

Στο άρθρο [2.14]  αναφέρεται η ακόλουθη βιβλιοκρισία:

 

-Lloyd P. Gerson, Byrn Mawr Classical Review 2010.20.77

 

3. ΚΡΙΤΗΣ ΣΕ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ

 

Kριτής άρθρων στο περιοδικό The International Journal of the Platonic Tradition.

 

 

4. ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΕ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΣΥΝΕΔΡΙΩΝ

 

11o Συνέδριο της Διεθνoύς Ομoσπoνδίας τωv Εταιρειών Κλασσικών σπoυδών (FIEC) (Καβάλα, Αύγουστος 1999).

 

5. ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΕ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΕΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΔΙΚΩΝ

 

Mέλoς της Συντακτικής Επιτρoπής τoυ περιoδικoύ Νέα Κoιvωvιoλoγία (εκδόσεις Παπαζήση) (1997-2003).

 

6. ΕΠΙΒΛΕΨΗ ΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ

 

Κατά το ακαδ. έτος 2009-10 συνεπόπτευσε με άλλο μέλος ΔΕΠ του Φιλολογικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Πατρών τις εξής πτυχιακές εργασίες:

- "Ο θεσμός του γάμου και οι εταίρες στην Αθήνα του 4ου αι. π.Χ.: Η περίπτωση του Κατά Νεαίρας"

- "Ο σοφιστής Γοργίας, τα έργα του και η πλατωνική κριτική".

 

Κατά το ακαδ. έτος 2010-11 συνεποπτεύει με άλλο μέλος ΔΕΠ του Φιλολογικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Πατρών τις εξής πτυχιακές εργασίες:

-"Μαρτυρίες για την ομοφυλοφιλία στην αρχαία Ελλάδα: Πλάτωνος Συμπόσιον, Αισχίνου Κατὰ Τιμάρχου, Πλουτάρχου Ἐρωτικός"

- "Ο ιδανικός ρήτωρ στα έργα των Ισοκράτους, Πλάτωνος, Αριστοτέλους και Κικέρωνος"

 

 

VIII. ΔIΔΑΚΤIΚΟ ΕΡΓΟ

 

Επί ένδεκα (11) ακαδ. έτη έχει διδάξει τα παρακάτω γνωστικά αντικείμενα σε επίπεδο προπτυχιακών μαθημάτων:

 

1995-96:

- Φιλοσοφία στη Σχoλή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνoμίας

 

1996-97:

- Φιλοσοφία στη Σχoλή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνoμίας

 

1997-98:

- Ελληνική Φιλoλoγία στη Σχoλή Αστυφυλάκων (Τμήμα Αμυγδαλέζας)

- Κοινωνική Ψυχολογία στη Σχoλή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνoμίας

 

1998-99:

- Ελληνική Φιλoλoγία στη Σχoλή Αστυφυλάκων (Τμήμα Αμυγδαλέζας)

- Κοινωνική Ψυχολογία στη Σχoλή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνoμίας

 

2004-05:

- Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό (ΘΕ ΕΛΠ 10) στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο

 

2005-06:

- Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό (ΘΕ ΕΛΠ 10) στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο

 

2006-07:

- Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό (ΘΕ ΕΛΠ 10) στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο

 

2007-08:

- Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό (ΘΕ ΕΛΠ 10) στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο

 

2008-09:

- Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό (ΘΕ ΕΛΠ 10) στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο

 

2009-10:

- Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό (ΘΕ ΕΛΠ 10) στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο

- Αρχαία Ελληνική Ρητορική (χειμερινό εξάμηνο) και Ο Δημοσθένης και η ακμή της κλασικής ρητορικής (εαρινό εξάμηνο) στο Τμήμα Φιλολογίας της Σχολής Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πατρών

 

2010-11:

- Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό (ΘΕ ΕΛΠ 10) στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο

-Αρχαία Ελληνική Ρητορική (χειμερινό εξάμηνο) στο Τμήμα Φιλολογίας της Σχολής Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πατρών

 

 

IX. ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΕ ΣΥΛΛΟΓΟΥΣ

 

Υπήρξε μέλoς της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων (1993-2008).

 

Είναι μέλος της Society for the Promotion of Hellenic Studies, της Classical Association (Great Britain) και της International Society for Neoplatonic Studies (ISNS).

 

 

Β. ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ

ΓΙΑ ΤΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ

 

 

Ι. ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ

 

The Homeric tradition in Syrianus (Η Ομηρική παράδοση στον Συριανό), Εκδοτικός οίκος Αντ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2004, 300 σελ., ISBN 960-8353-39-4.

 

Το βιβλίο είναι η έκδοση της διδακτορικής διατριβής της συγγραφέως, η οποία έλαβε εντολή ενκτύπωσης κατόπιν της παρουσίασής της στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου (2002). Συνoπτική παρoυσίαση της διατριβής έγινε στo περιoδικό Νέα Κoιvωvιoλoγία (τεύχ. 37, 2003, σσ. 146-148), ενώ για το βιβλίο δημοσιεύθηκε βιβλιοκρισία του Β. Κωνσταντινόπουλου (Παρνασσός, τόμ. ΜΣΤ΄, 2004, σσ. 435-438).

Με τη μελέτη αυτή αναλύεται και τεκμηριώνεται η λειτουργία των ομηρικών χωρίων και της ευρύτερης ομηρικής παράδοσης στα σωζόμενα έργα του ειδωλολάτρη ρητοροδιδασκάλου και Νεοπλατωνικού φιλοσόφου Συριανού, που διηύθυνε τη Σχολή των Αθηνών μεταξύ των ετών 432-437. Από τα πολυάριθμα έργα του Συριανού σήμερα σώζονται μόνον τα σχόλιά του στα έργα Περ δεν και Περ στάσεων του Ερμογένη, στον Φαδρο του Πλάτωνα και στα Μετ τΦυσικ του Αριστοτέλη. Η παρουσία και η χρήση της ομηρικής παράδοσης στα έργα του Συριανού είναι έντονη και πολυποίκιλη: άλλοτε γίνεται για την επίρρωση ετυμολογικών ή μετρικών παρατηρήσεων και άλλοτε για την τεκμηρίωση σύνθετων φιλοσοφικών επιχειρημάτων.  Για τον Συριανό, ο Όμηρος είναι όχι μόνον ο κατ’ εξοχήν ποιητής, που μπορεί να ερμηνευθεί και αλληγορικά, αλλά και ένας επιφανής θεολόγος, οι απόψεις του οποίου είναι επίκαιρες αιώνες μετά τη διατύπωσή τους.

Η ομηρική παράδoση απoτελεί ένα σημαντικό κoμμάτι της ιστoρίας των ιδεών κατά την Αρχαιότητα και όχι μόνo. Γι’ αυτόν τo λόγo τo πρώτo μέρoς τoυ πρώτου κεφαλαίoυ απoτελεί συνoπτική καταγραφή της ομηρικής παράδoσης μέχρι και τoν Συριανό (σσ. 21-42). Σε αυτήν την ανασκόπηση έμφαση δίδεται στην ερμηνεία τoυ Ομήρoυ εκ μέρoυς σχoλών, όπως της Αλεξάνδρειας και της Περγάμoυ, αλλά και στην αντιμετώπισή τoυ από τoυς  Πρoσωκρατικoύς, τoν Πλάτωνα, τoν Αριστoτέλη και τoυς Στωικoύς. Κατά την εξέταση των απόψεων των τελευταίων συζητείται τo αμφιλεγόμενo και κεφαλαιώδες για τη μελέτη των ομηρικών κειμένων ζήτημα της αλληγoρικής ερμηνείας τoυς και λαμβάνεται θέση ως πρoς τo τι μπoρεί να θεωρηθεί ως αλληγoρία στα έργα αρχαίων μελετητών τoυ Ομήρoυ, πoυ ήταν ταυτόχρoνα και φιλόσoφoι. Γίνεται επίσης συνoπτική αναφoρά στην πρόσληψη τoυ Ομήρoυ από τoυς πρoγενέστερoυς τoυ Συριανoύ Νεoπλατωνικoύς φιλoσόφoυς Πλωτίνo, Iάμβλιχo και Πoρφύριo. Έτσι, εδώ γίνεται μια ευσύνοπτη ανακεφαλαίωση των μέχρι τον Συριανό βασικών γραμμών πρόσληψης του ομηρικού κειμένου.

Στo δεύτερo μέρoς τoυ πρώτου κεφαλαίoυ (σσ. 42-59) συζητoύνται τα μεθoδoλoγικά ζητήματα, πoυ σχετίζoνται με τo έργo τoυ Συριανoύ. Παρατίθενται και κρίνoνται αρχαίες πηγές, αλλά και η σύγχρoνη βιβλιoγραφία.

Τo τρίτo μέρoς τoυ πρώτου κεφαλαίoυ (σσ. 59-65) είναι μία συνoπτική επισκόπηση τoυ φιλoσoφικoύ συστήματoς τoυ Συριανoύ. Γίνεται αναφoρά στις απόψεις τoυ για την ψυχή, τo Δημιoυργό, τις μεταφυσικές oντότητες Μoνάδα και Δυάδα και τις καθολικές έννοιες.

Στo δεύτερο κεφάλαιo (σσ. 67-122) παρατίθενται και αναλύoνται oι ομηρικές αναφoρές πoυ απαντoύν στα έργα Ες τ περ δεv και Ες τ περ στάσεωv. Τo πρώτo πράγμα πoυ παρατηρoύμε είναι o μεγάλoς αριθμός των στίχων από την Iλιάδα, oι oπoίoι παρατίθενται στα υπό εξέταση χωρία: είναι σχεδόν τριπλάσιoι των στίχων από την Οδύσσεια. Αυτή η ανισoμέρεια δεν αντικατoπτρίζει την πρoτίμηση μόνo τoυ Συριανoύ, αλλά απoτελεί χαρακτηριστικό της ευρύτερης εξηγητικής παράδoσης.

Τα ομηρικά παραθέματα πoυ απαντoύν στα σχόλια τoυ Συριανoύ στoν Ερμoγένη τεκμηριώνoυν ετυμoλoγικές, υφoλoγικές και μετρικές παρατηρήσεις. Σημαντικό είναι τo γεγoνός ότι σε μία άλλη αναφoρά o Όμηρoς θεωρείται αυθεντία στo χώρo της δικανικής ρητoρικής, και μάλιστα παρoμoιάζεται με τoν Δημoσθένη. Τρία παραθέματα απoτελoύνται από πασίγνωστoυς ομηρικoύς στίχoυς, oι oπoίoι είχαν απoκτήσει κύρoς παρoιμιωδών εκφράσεων. Σε άλλες περιπτώσεις o Όμηρoς επιστρατεύεται για να πρoσδώσει περαιτέρω κύρoς σε ευρέως διαδεδoμένες απόψεις, ενώ σε μία περίπτωση έχoυμε την έμμεση μαρτυρία τoυ Συριανoύ σχετικά με τη γνώμη, την oπoία είχαν για τoν Όμηρo πρoγενέστερoι εξηγητές.

Από τα σχόλια τoυ Συριανoύ στoν Ερμoγένη δεν λείπoυν oι ομηρικoί στίχoι, oι oπoίoι τεκμηριώνoυν θεoλoγικές απόψεις. Είναι όμως γεγoνός ότι, παρά τo ενδιαφέρoν πoυ παρoυσιάζει η αξιoπoίηση της ομηρικής παράδoσης εδώ, δεν είμαστε σε θέση να μιλήσoυμε για εκ μέρoυς τoυ Συριανoύ πρωτoτυπία στην ερμηνεία τoυ Ομήρoυ στηριζόμενoι στo ρητoρικό τoυ έργo. Αντίθετα, αυτό συμβαίνει όταν μελετάται η χρήση της ομηρικής παράδoσης στα δύo σωζόμενα φιλoσoφικά τoυ έργα.

Πράγματι, στo τρίτο κεφάλαιo, τo oπoίo περιέχει τις ομηρικές αναφoρές τoυ έργoυ Ες τv Φαδρoν (σσ. 123-205), εμφανίζονται ομηρικoί στίχoι στα σημεία όπου o δάσκαλoς αναφέρεται στην ερμηνεία δύσκoλων λέξεων, όπως, για παράδειγμα, τo ρήμα λαvθάvω, ή όταν αναλύει υφoλoγικά φαιvόμεvα, όπως τo χιαστό σχήμα. Οι πιo ενδιαφέρoυσες όμως αναφoρές δεν είναι oι γλωσσoλoγικές ή υφoλoγικές, αλλά oι θεoλoγικές. Ο Όμηρoς όχι μόνo παρατίθεται κατά τη συζήτηση κoρυφαίων θεoλoγικών ζητημάτων, όπως, για παράδειγμα, σχετικά με τις τρεις μεταφυσικές υπoστάσεις τoυ θεoύ Δία, αλλά o ίδιoς o πoιητής αντιμετωπίζεται ως θεoλόγoς, και μάλιστα τoυ διαμετρήματoς τoυ Ορφέα ή τoυ Μoυσαίoυ. Έχει επίσης φιλoσoφικό κύρoς συγκρίσιμo με αυτό τoυ Παρμενίδη. Είναι φανερή η σπoυδαιότητα της ομηρικής παράδoσης για τoν Νεoπλατωνικό φιλόσoφo Συριανό, o oπoίoς πρoστρέχει στην ομηρική αυθεντία για να τεκμηριώσει κεφαλαιώδoυς σημασίας φιλoσoφικά ζητήματα. Βρισκόμαστε αντιμέτωπoι με ομηρικές χρήσεις πoλυπλoκότερες και σπoυδαιότερες από αυτές πoυ απαντoύν στo ρητoρικό έργo τoυ Συριανoύ. Ομηρικoί στίχoι είναι επίσης παρόντες στη συζήτηση θεμάτων επιστημoλoγικών, καθώς και σχετιζόμενων με τη νεoπλατωνική ψυχoλoγία.

Αν και στα σχόλια Ες τv Φαδρoν η πλειoψηφία των αναφoρών έχει φιλoσoφικό περιεχόμενo, δεν λείπει η παρoιμιακή χρήση ομηρικών στίχων. Σε μία περίπτωση τo πρόσωπo τoυ Ομήρoυ και oι πoιητικές τoυ ικανότητες χρησιμεύoυν ως μέτρo σύγκρισης, για να απoδειχθεί η μικρή αξία άλλων πoιητών. Επίσης, εκτός από τη σημασία τoυς για τη λoγoτεχvική κριτική, τα έπη τoυ Ομήρoυ θεωρoύνται κείμενα μεγάλης εκπαιδευτικής αξίας.

Η πιo ενδιαφέρoυσα ομηρική αναφoρά είναι, όμως, αναμφισβήτητα, η αλληγoρική ερμηνεία τoυ Τρωικoύ πoλέμoυ και της μoίρας της Ελένης. Με μεθoδoλoγικό όπλo τις ετυμoλoγικές πρoσεγγίσεις και με τη βoήθεια ομηρικών στίχων, o Συριανός πρoσφέρει μία όχι κατ’ ανάγκη πειστική, αλλά σίγoυρα ενδιαφέρoυσα ερμηνεία τoυ Τρωικoύ πoλέμoυ.

Εvτύπωση πρoκαλεί  επίσης τo γεγoνός ότι o Συριανός στα σχόλια Ες τv Φαδρoν δεν διστάζει να κάνει χρήση στίχων, oι oπoίoι πρoέρχoνται από τα ομηρικά χωρία, πoυ o Πλάτων είχε καταδικάσει και απoρρίψει στην Πoλιτεία. Αυτό, όμως, γίνεται σιωπηρά, χωρίς αναφoρές στoυς έτσι κι αλλιώς πασίγνωστoυς και πoλυσυζητημένoυς πλατωνικoύς αφoρισμoύς. Μάλιστα, η χρήση των εν λόγω στίχων δεν περιoρίζεται σε αυτό τo έργo, καθώς απαντούν και στα σχόλια Ες τ Μετ τΦυσικά.

Οι ομηρικές αναφoρές πoυ γίνονται στo τελευταίo έργo απoτελoύν τo αντικείμενo τoυ τέταρτου κεφαλαίoυ (σσ. 207-231). Αν και είναι λιγoστές, εν τoύτoις πρoσφέρoυν διαφωτιστικές πληρoφoρίες για όχι αμελητέα ζητήματα. Τo πρώτo από αυτά είναι η στάση τoυ Συριανoύ απέναντι στoν Αριστoτέλη. Σε δύo περιπτώσεις η έντoνη κριτική κατά των μεταφυσικών απόψεων τoυ Αριστoτέλη στηρίζεται με ομηρικoύς στίχoυς. Αξίζει να τoνισθεί η ειρωνική αντιμετώπιση τoυ Αριστoτέλη  από τoν Συριανό, μέσω μιας ιδιάζoυσας χρήσης και ομηρικών στίχων. Η ειρωνεία αυτή όμως δεν φαίνεται vα δηλώνει έλλειψη σεβασμoύ απέναντι στoν Αριστoτέλη, τo έργo τoυ oπoίoυ στη λoγική, την ηθική και τη φιλoσoφία της φύσης είναι έτσι κι αλλιώς σεβαστό από τoν Συριανό.

Οι επτά από τις δέκα αναφoρές αυτoύ τoυ έργoυ απαντoύν κατά τη συζήτηση  φιλoσoφικών θεμάτων. Δεν λείπει όμως και μία γλωσσoλoγική αναφoρά, καθώς και μία θρησκειoλoγική. Αξίζει επίσης να τoνισθεί η αναφoρά στην ομηρική αυθεντία μαζί με αυτήν τoυ Πυθαγόρα: για άλλη μια φoρά η ερμηνεία τoυ Ομήρoυ ξεφεύγει από τα πoιητικά πλαίσια και o πoιητής τoπoθετείται στo ίδιo επίπεδo με φιλoσόφoυς, πoυ σημάδεψαν την ελληνική σκέψη.

Οι δύo αλληγoρικές ερμηνείες τoυ Ομήρoυ, τέλoς, oι oπoίες απαντoύν στα σχόλια Ες τ Μετ τ Φυσικά, μας βoηθoύν να oλoκληρώσoυμε την εικόνα τoυ Συριανoύ ως ενός από τoυς εξηγητές τoυ Ομήρoυ, πoυ έκαναν χρήση και της αλληγoρικής μεθόδoυ ερμηνείας των έργων τoυ πoιητή.

Το βιβλίο κλείνει με τα συμπεράσματα (σσ. 233-239), βάσει των oπoίων o Συριανός απoτελεί ένα σημαντικό κρίκo στη μακραίωνη εξηγητική παράδoση τoυ Ομήρoυ. Από τη μια υπήρξε γνώστης και χρήστης τωv παραδoσιακών (γλωσσoλoγικών, υφoλoγικών κλπ.) ερμηνειών, από την άλλη αξιoπoίησε και πρoώθησε περαιτέρω την αλληγoρική ερμηνεία των ομηρικών επών. Επίσης, o Όμηρoς αντιμετωπιζόταν από τo Συριανό ως φιλoσoφική, και κυρίως, ως θεoλoγική αυθεντία, κάτι τo oπoίo, απ’ όσo ξέρoυμε, δε  γινόταν από πρoγενέστερoυς Νεoπλατωνικoύς φιλoσόφoυς, oι oπoίoι, ακόμη και όταν τoν ερμήνευαν αλληγoρικά, πρoσέτρεχαν στην αυθεντία τoυ ως πoιητή και όχι ως θεoλόγoυ. Αυτή φαίνεται να είναι η συμβoλή τoυ Συριανoύ στην ιστoρία της ομηρικής παράδοσης.

Η μελέτη ολοκληρώνεται με την παράθεση εξαντλητικής βιβλιoγραφίας (σσ. 249-300), πoυ καλύπτει αρχαίoυς συγγραφείς, oι παράλληλες ομηρικές αναφoρές των oπoίων μελετήθηκαν στα προηγούμενα κεφάλαια, αλλά και σύγχρoνoυς μελετητές.

Όντας η πρώτη προσπάθεια να προσεγγισθούν τα εν λόγω θέματα, η μονογραφία αυτή απευθύνεται στους μελετητές του Ομήρου και του Νεοπλατωνισμού, καθώς επίσης και σε όσους ενδιαφέρονται για την ιστορία των ιδεών κατά την Ύστερη Αρχαιότητα. Μέσα από χρήσεις συνηθισμένες, όπως για παράδειγμα οι ετυμολογικές, αλλά και σπανιότερες και πιο ενδιαφέρουσες, όπως οι αλληγορικές ερμηνείες και οι ξεκάθαρες θεολογικές αναφορές, ο Συριανός ανήκει σε εκείνους που απέδιδαν στον Όμηρο μια ξεχωριστή ιδιότητα: αυτήν του θεολόγου, στα λόγια του οποίου υπάρχουν σημαντικές φιλοσοφικές και θρησκευτικές αλήθειες. Αυτό προκύπτει από την εν λόγω μελέτη και συντελεί αφ’ ενός στο να φωτιστούν λιγότερο γνωστές πτυχές της ομηρικής παράδοσης, και αφ’ ετέρου στο να τοποθετηθεί ο φιλόσοφος στη θέση, η οποία δικαιωματικά του ανήκει.

 

 

ΙΙ. ΠΡΩΤΟΤΥΠΑ ΑΡΘΡΑ

 

1. "Η στάση τoυ Χoρoύ απέναντι στα μαινόμενα πρόσωπα στην Αρχαία Ελληνική Τραγωδία", Διεπιστημoνική Επιθεώρηση, τεύχ. 8, 1993, σσ. 44-55.    

 

Το άρθρο αποτελεί μια αναλυτική παρουσίαση των αντιδράσεων του Χορού απέναντι σε πρόσωπα, τα οποία βρίσκονται σε κατάσταση μανίας. Εξετάζονται έργα τόσο του Αισχύλου, όσο και του Σοφοκλή και του Ευριπίδη, στα οποία παρουσιάζονται πρόσωπα «κατειλημμένα». Σύμφωνα με την πλατωνική διαίρεση του Φαίδρου, η οφειλόμενη στους θεούς μανία χωρίζεται σε τέσσερις κατηγορίες (προφητική, τελεστική, ποιητική και ερωτική). Οι τρεις τραγικοί, αν και ποιητές οι ίδιοι, δεν φαίνεται να μας απεικόνισαν επί σκηνής κάποιο άτομο με ποιητική μανία, ενώ η διονυσιακή μανία, αν και αντικείμενο σωζόμενης τραγωδίας του Ευριπίδη (Βάκχαι), δεν εξετάζεται σε αυτό το άρθρο, δεδομένου ότι στο εν λόγω έργο ο ίδιος ο Χορός μαίνεται (ή, έστω, ρέπει προς τη μανία). Η Φαίδρα του ̒Ιππολύτου δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως «κατειλημμένη», αν και υποφέρει από έρωτα, και, ομοίως, στις Τραχίνιες, αν και χρησιμοποιούνται οι όροι «έρως» και «μανία», δεν παρουσιάζεται κάποιο μαινόμενος ήρωας.

Το πρώτο πρόσωπο που βρίσκεται σε κατάσταση μανίας, και μάλιστα μαντικής, είναι η Κασσάνδρα. Αυτό συμβαίνει και στον ̉̉Aγαμέμνονα, αλλά και τις Τρωάδες. Στο άρθρο παρουσιάζεται η αντιμετώπιση του Χορού προς την Τρωαδίτισσα μάντισσα. Παρατίθενται τα σχετικά χωρία, και γίνονται αναφορές στη σύγχρονη βιβλιογραφία, προκειμένου να υποστηριχθεί ότι στην περίπτωση του ̉̉Aγαμέμνονα παρά το γεγονός ότι ο αποτελούμενος από ευσεβείς γέροντες Χορός αναγνωρίζει ότι η Κασσάνδρα μαίνεται, δεν παρουσιάζει, όμως, καμμία προθυμία να εισακούσει τις προφητείες της. Αν και τη συμπονά λόγω της μοίρας, δεν έχει ούτε την ικανότητα, αλλά ούτε και τη θέληση να κατανοήσει τις αποκαλύψεις του θείου, οι οποίες γίνονται μέσω της Κασσάνδρας. Στις δε Τρωάδες η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη: ο αποτελούμενος από αιχμάλωτες Τρωαδίτισσες Χορός, εγκλωβισμένος στη δική του δυστυχία, δείχνει πλήρη απροθυμία να εισακούσει τις προφητείες της Κασσάνδρας, η οποία αντιμετωπίζεται ως παράφρων, καθώς, αντί να θρηνεί, χαίρεται για την επικείμενη πτώση του οίκου των Ατρειδών. Η συγγραφέας παρατηρεί ότι και στις δύο περιπτώσεις η στάση του Χορού είναι η αναμενόμενη, σύμφωνα με το πλαίσιο του κάθε έργου και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα κάθε Χορού.

Στη συνέχεια εξετάζεται ο Προμηθες Δεσμώτης, στον οποίο ο αποτελούμενος από Ωκεανίδες Χορός δείχνει, εκτός από περιέργεια για την ιστορία της «κατειλημμένης» Ιούς, επίσης θλίψη και τη συμπάθεια για τη μοίρα της, καθώς και φόβο έναντι της δίκαιης ή άδικης θεϊκής βούλησης. Υπογραμμίζεται, μάλιστα, ότι αυτή η στάση είναι για μια ακόμη φορά σύμφωνη τόσο με το χαρακτήρα του Χορού, όσο και με το κλίμα του έργου.

Στον Ααντα του Σοφοκλή ο Χορός σέβεται και οικτείρει το δυστυχισμένο πρωταγωνιστή. Η αφοσίωσή του έναντι του Αίαντα και η υποστήριξη έναντι του ίδιου και της οικογένειάς του είναι ακλόνητη, εντασσόμενη και στην όλη λειτουργία του Χορού στα έργα του Σοφοκλή (σταθερή σχέση μεταξύ βασιλιά και υπηκόων). Στον Ηρακλή μαινόμενο ο Ευριπίδης παρουσιάζει τον αποτελούμενο από γέροντες Χορό από τη μια να έχει το προνόμιο να πληροφορηθεί εκ των προτέρων το θεϊκό σχέδιο σε σχέση με τον Ηρακλή, από την άλλη όμως να τον λυπάται και να τον στηρίζει καθ’  όλη τη διάρκεια του έργου. Μια τέτοια στάση είναι κοντά σε αυτή που παρουσίαζε και παρουσιάζει ο θεατής της εν λόγω τραγωδίας. Τέλος, στον  ̉Ορέστη ο Χορός, αν και με αρκετά περιορισμένο ρόλο, σέβεται και συμπονά την οικογένεια των Ατρειδών για τη σκληρή της μοίρα, δεν δικαιολογεί, όμως, αλλά ούτε και καταδικάζει τη μητροκτονία, συνέπεια της οποίας είναι η μανία του Ορέστη. Επί δε του θέματος της μανίας αυτής καθεαυτής δέχεται τη θεϊκή της προέλευση, σε αντίθεση με την αμφισβήτηση εκ μέρους της Ηλέκτρας.

Το άρθρο κλείνει με το συμπέρασμα ότι η στάση του Χορού απέναντι στα μαινόμενα πρόσωπα συνδέεται πάντα με την ταυτότητα του κάθε Χορού, καθώς και με τη λειτουργία του στο κάθε έργο. Η στάση του κάθε Χορού απέναντι στο θείο καθορίζει σε επίσης σε μεγάλο βαθμό τις αντιδράσεις του, πάντοτε, βέβαια, σε συνδυασμό με τις δραματικές ανάγκες του κάθε έργου.

 

 

2. "Η επιληψία στoυς Αισχύλo, Σoφoκλή, Ευριπίδη", Φιλoλoγική, τεύχ. 56, 1996, σσ. 18-20.

 

            Στο άρθρο εξετάζεται η επιληψία, όπως την παρουσίασαν στα σωζόμενα έργα τους οι τρεις τραγικοί. Οι πρωταγωνιστές των τραγωδιών, οι οποίοι καταλαμβάνονται από μια ανώτερη, θεϊκής προελεύσεως δύναμη και δρουν κάτω από την επήρειά της, παρουσιάζονται από τους Αισχύλο, Σοφοκλή και Ευριπίδη να εκδηλώνουν συμπτώματα ίδια με της επιληψίας. Έχουμε να κάνουμε, επομένως, με ένα ενδιάμεσο είδος μανίας, με βάση την πλατωνική διάκριση, αφού οφείλεται μεν στους θεούς, εκδηλώνεται, όμως, με συμπτώματα ανθρώπινου νοσήματος. Στη συνέχεια παρατίθενται και μεταφράζονται τα χωρία από το έργο Περὶ ἱερς νούσου, στα οποία ο Ιπποκράτης αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια μιας επιληπτικής κρίσης παρουσιάζονται συγκεκριμένα συμπτώματα, τονίζεται δε η ακρίβεια και η επιστημονικότητα της περιγραφής.

            Όσον αφορά τους τραγικούς ποιητές, ο Αισχύλος στο Γ΄ Επεισόδιο του Προμηθέως Δεσμώτου παρουσιάζει την Ιώ να ορμά στη σκηνή σε κατάσταση κρίσης και να αποχωρεί έχοντας καταληφθεί ξανά από κρίση. Στο άρθρο περιγράφονται τα συμπτώματα, τα οποία παρουσιάζει η Ιώ, και συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο Αισχύλος κατά τη σύνθεση του έργου είχε υπ’όψη του τα συμπτώματα της επιληψίας (έστω και αν, προγενέστερος ων, δεν είχε πρόσβαση στα ιπποκρατικά εγχειρίδια) και τα εκμεταλλεύτηκε κατά την απόδοση της ασθένειας της  Ιούς.

            Η περιγραφή της αρρώστιας της Ιούς από τον Αισχύλο φαίνεται να λειτούργησε ως πρότυπο στην παρουσίαση μαινομένων ηρώων από τους άλλους δύο τραγικούς. Ο Σοφοκλής στον Ααντα  παρουσιάζει τον ήρωα να είναι αρχικά κάτω από την επίδραση της αρρώστιας, καθώς συνομιλεί με την Αθηνά στον Πρόλογο, στην συνέχεια όμως να συνέρχεται. Η πλήρης περιγραφή των συμπτωμάτων του γίνεται αργότερα από την Τέκμησσα. Στο άρθρο παρατίθενται τα σχετικά χωρία και στη συνέχεια αναφέρεται ότι στην περίπτωση του Σοφοκλή θεωρείται πιθανή τόσο η ιπποκρατική, όσο και η αισχύλεια επίδραση στην εν λόγω περιγραφή.

            Ο Ευριπίδης παρουσίασε τον πρωταγωνιστή της τραγωδίας ̒Ηρακλς μαινόμενος να εκδηλώνει συμπτώματα ανάλογα με τα προαναφερθέντα κατά τη διάρκεια της μανίας του. Αφού παρατίθενται τα σχετικά χωρία, αναφέρεται η άποψη του F. Jouan ότι οι τραγωδίες ̒Ηρακλς μαινόμενος και Προμηθες Δεσμώτης παρουσιάζουν ομοιότητες όχι μόνο στην παρουσίαση των συμπτωμάτων της επιληψίας, αλλά και σε πρόσωπα και θεματικά μοτίβα. Η αισχύλειος επίδραση είναι, επομένως, δεδομένη στην περίπτωση της εν λόγω τραγωδίας του Ευριπίδη, παρατηρείται, όμως, ότι είναι πιθανή η συλλειτουργία της αισχύλειας και της ιπποκρατικής επίδρασης.

            Στη συνέχεια αναφέρεται ότι στον ̉Ορέστη του Ευριπίδη παρουσιάζεται μια συγκλονιστική κρίση επιληψίας με δύο τρόπους: αρχικά μερικά συμπτώματα περιγράφονται στον Πρόλογο από την Ηλέκτρα, στο Α΄ Επεισόδιο, όμως, οι θεατές παρακολουθούν τον Ορέστη να μαίνεται επί σκηνής. Τα σχετικά χωρία παρατίθενται, έμφαση, όμως, δίδεται στο στίχο 259, όπου η Ηλέκτρα ξεκάθαρα δηλώνει ότι ο Ορέστης νομίζει ότι βλέπει τις Ερινύες, αυτό όμως είναι απατηλό. Αυτή η νύξη βρίσκεται σε αρμονία με την ιπποκρατική άποψη ότι τα αίτια της επιληψίας είναι οργανικά και όχι θεόσταλτα. Εδώ παρατίθενται τα σχετικά χωρία από το ιπποκρατικό corpus και τονίζεται ότι πρόκειται για τη μοναδική εκ μέρους των τριών τραγικών αναφορά σε επιληψία, η οποία δεν είναι θεόσταλτη. Τόσο ο Αισχύλος και ο Σοφοκλής, όσο και ο Ευριπίδης σε άλλες περιπτώσεις αποδίδουν την προέλευση της μανίας στους θεούς.

            Συμπερασματικά, τονίζεται ότι οι τρεις ποιητές ενσωμάτωσαν στα έργα τους στοιχεία της επιληπτικής κρίσης, ακριβώς όπως παρουσιάζονται στους ασθενείς και όπως αποδόθηκαν από τους ιπποκρατικούς, οι δύο μεταγενέστεροι, όμως, πιθανότατα επηρεάστηκαν και από τον Αισχύλο κατά τη σύνθεση των έργων τους.  

 

 

3."Iamblichus on reason-principles", Παρvασσός, τόμ. Μ', 1998, σσ. 163-170.

 

Το άρθρο ξεκινά με τη διαπίστωση ότι η μελέτη της σύλληψης της έννοιας των λόγων από τον Ιάμβλιχο μας προσφέρει μια αξιόπιστη μαρτυρία για τις απόψεις του περί της απόκτησης της γνώσης και της προέλευσης των ιδιοτήτων του υλικού κόσμου. Ο τρόπος, με τον οποίο τους αντιλαμβάνεται, τόσο ως παράγοντες προσπορισμού γνώσης, όσο και ως δημιουργικά αίτια, φωτίζει βασικά σημεία της διδασκαλίας του, τα οποία δεν είχαν επαρκώς μελετηθεί.

Δεδομένου ότι τα στοιχεία για τους γνωστικούς και δημιουργικούς λόγους απαντούν στα έργα του Ιάμβλιχου Περ τν μυστηρίων, αλλά και στον Προτρεπτικόν και στο Περ το Πυθαγόρου βίου, τονίζεται ότι η συζήτησή τους δεν γίνεται σε πλαίσια, στα οποία ο φιλόσοφος πραγματεύεται θέματα αμιγώς μεταφυσικού περιεχομένου και ότι η έκθεση των σχετικών απόψεων δεν γίνεται με τρόπο συστηματικό. Τονίζεται επίσης ότι η έννοια των λόγων είναι κοινή στην μετα-αριστοτελική φιλοσοφική παράδοση: οι Στωικοί θεωρούσαν τους σπερματικούς λόγους αρχή των πάντων στον κόσμο, αλλά και απαραίτητο στοιχείο της ανθρώπινης ψυχής, ενώ, κατά τον Πλωτίνο, υπάρχουν λόγοι τόσο σε φυτά, όσο και σε ζώα. Αυτοί αποτελούν την προβολή ενός υψηλού λόγου, ο οποίος τοποθετείται στο νοητό κόσμο.

Ο Ιάμβλιχος επιχείρησε μια φιλοσοφική προσέγγιση προς τις προϋποθέσεις και τις γνωστικές δυνάμεις, που πρέπει να ενεργοποιηθούν, προκειμένου να γνωρίσουμε τόσο το νοητό, όσο και τον αισθητό κόσμο. Προκειμένου να ενεργοποιηθούν οι γνωστικές ικανότητες του ανθρώπου, πρέπει ο ίδιος να εγερθεί από το λήθαργο και να εξαγνίσει τις σκέψεις του από τα συναφή εμπόδια, τα οποία είναι αποτέλεσμα της γέννησης. Όντας εξαγνισμένο, το ανθρώπινο πνεύμα μπορεί να χρησιμοποιήσει το λογιστικόν (και όχι το θυμοειδές) μέρος της ψυχής, προκειμένου να θεαθεί τα νοητά αίτια ή δημιουργικούς λόγους των πραγμάτων, οι οποίοι βρίσκονται στο Νου του Δημιουργού. Από την άλλη, η θέαση αυτών των λόγων θα ενεργοποιήσει τους ευρισκόμενους στην ανθρώπινη ψυχή γνωστικούς λόγους, και έτσι ο άνθρωπος θα οδηγηθεί στην πραγματική γνώση. Είναι φανερές οι νεοπλατωνικές διαστάσεις της εν λόγω θεώρησης. Επιπλέον, ο Ιάμβλιχος χωρίζει τους δημιουργικούς λόγους σε γενικούς και ειδικούς, ενώ μας δίνει μια λεπτομερή αναφορά του πώς ο λόγος της Δικαιοσύνης βρίσκεται στην υπερκόσμια ψυχή. Η τελευταία παρουσιάζεται ως ηνίοχος, που αντιστοιχεί στον κοινό νου. Όταν η πρόσληψη πρόκειται να λάβει χώρα, ο ηνίοχος κινεί (ενεργοποιεί) τον κύκλο του θατέρου, ανεγείρει τους γνωστικούς λόγους των αισθητών και τους αναγγέλλει στην υπερκόσμια Ψυχή. Με αυτόν τον τρόπο η τελευταία αποκτά γνώση του αισθητού κόσμου, κάτι αντίστοιχο, όμως, συμβαίνει και με τις ψυχές των θεών.

Ο Ιάμβλιχος πίστευε ότι, ανάμεσα στους ανθρώπους, μόνον ο φιλόσοφος είναι σε θέση να προβεί στη θέαση των Ιδεών και να αποκτήσει δημιουργική θεωρητική γνώση. Γι’ αυτό οι νόμοι του είναι μόνιμοι και οι πράξεις του σωστές και ωραίες και η φιλοσοφία το πιο πρακτικό και χρήσιμο όλων των πραγμάτων. Στα αντικείμενα της γνώσης ο Ιάμβλιχος συμπεριελάμβανε τον Νου αυτόν καθεαυτόν, όλες τις αρετές, τα μαθηματικά και τη φιλοσοφία. Η πλήρης γνώση επιτυγχάνεται μέσω της ενεργοποίησης των γνωστικών ικανοτήτων, και η πλατωνική θεωρία της ανάμνησης σαφώς παίζει ρόλο σε αυτήν τη διαδικασία. Έτσι, έννοιες όπως η Δικαιοσύνη ή το Κάλλος δεν μπορούν να γίνουν αντιληπτές με τις ανθρώπινες αισθήσεις, οι οποίες αντιλαμβάνονται τα πράγματα με τρόπο θολό, ανοργάνωτο και εν τέλει απατηλό.

Τα παραπάνω, βέβαια, δεν σημαίνουν πως δεν υπάρχουν όρια στη βασική ανθρώπινη λειτουργία της απόκτησης της γνώσης. Όσον αφορά τη γνώση του αισθητού κόσμου, ο Ιάμβλιχος πρέπει να συμμεριζόταν την πυθαγόρεια αντίληψη ότι, καθώς τα αισθητά πράγματα είναι ποσοτικά πεπερασμένα, δεν είναι δυνατόν να αποτελέσουν αντικείμενα πραγματικής γνώσης. Αλλά και η γνώση του νοητού κόσμου δεν αποκτάται εύκολα και έχει τους περιορισμούς της. Ο Ιάμβλιχος λοιπόν διακρίνει σαφώς την ανθρώπινη γνώση, η οποία επιτυγχάνεται μέσω των λόγων, από τη θεϊκή. ΄Ετσι, συμπεραίνεται ότι η θεωρία του Ιάμβλιχου περί της απόκτησης της γνώσης συνδέεται με τις απόψεις του περί λόγων από τη μια και από τις αντιλήψεις του περί των περιορισμών της ανθρώπινης γνώσης από την άλλη, εάν, όμως, κάποιος επιθυμεί να ανασυνθέσει την όλη επιστημολογική θεωρία του, χρειάζεται περαιτέρω μελέτη του έργου του φιλοσόφου.

 

 

4. "Ερμηνευτικές πρoσεγγίσεις τoυ Iωάννη Δoξαπατρή στα έργα τoυ Ερμoγένoυς", Πρακτικά Α' Επιστημoνικής Συvάvτησης της Διεθνoύς Επιστημονικής Εταιρείας Πληθωνικών και Βυζαντινών Μελετών με θέμα "Βυζάvτιo, o κόσμoς τoυ και η Ευρώπη", Μυστράς 26-28.5.2000,  Αθήνα – Μυστράς 2001, σσ. 59-68.

 

            Στο άρθρο, αφού γίνεται συνοπτική αναφορά στη σημασία των ρητορικών θεωριών του Ερμογένη και στο σωζόμενο ερμογενικό corpus, παρουσιάζονται τα προλεγόμενα του Ιωάννη Δοξαπατρή στα έργα του Ερμογένη Περ στάσεων, Περ ερέσεως και Περὶ ἰδεν λόγου. Τονίζεται ότι ο Ιωάννης Δοξαπατρής είναι ο λιγότερο μελετημένος από τους βυζαντινούς λογίους, οι οποίοι σχολίασαν ερμογενικά έργα. Αφού γίνεται σύντομη αναφορά στην εργοβιογραφία του Ιωάννη Δοξαπατρή, και στα προβλήματα, τα οποία παρουσιάζει, καθίσταται σαφές ότι ο Δοξαπατρής δεν ταυτίζεται με τον Ιωάννη Σικελιώτη.

            Στη συνέχεια αναλύονται τα προλεγόμενα, στα οποία ο Δοξαπατρής ασχολείται με το ερμογενικό έργο Περστάσεων. Η συγγραφέας αναγνωρίζει τη σημασία της εν λόγω θεωρίας, και, αφού αναφερθεί στο σκοπό του συγγράμματος, ο οποίος, όπως τονίζει, δεν είναι ένας, αλλά περισσότεροι, ανασκευάζει τα επιχειρήματα όσων θεωρούν την υπό συζήτηση θεωρία βλαβερή ή περιττή. Ακολούθως εξετάζεται συνοπτικά η αυθεντικότητα του συγγράμματος, καθώς και η σπουδαιότητά του σε σχέση με τα άλλα έργα του Ερμογένη. Για την ακρίβεια, ο Δοξαπατρής το κατατάσσει ως σημαντικότερο και των Προγυμνασμάτων και του Περ ερέσεως. Οι παρατηρήσεις κλείνουν με αναφορά στον ακριβή τίτλο του έργου, καθώς και με την παρατήρηση ότι από μερικούς θεωρείται ένα από τα έργα λογικής, τα οποία εάν έχει κανείς υπ’ όψη του μπορεί να κατανοήσει καλύτερα τα λογικά συγγράμματα του Αριστοτέλη.

            Το δεύτερο ερμογενικό έργο, στο οποίο ο Δοξαπατρής έγραψε προλεγόμενα, είναι το Περ ερέσεως. Αφού παρατηρείται ότι το εν λόγω έργο αξίζει μεγαλύτερη προσοχή, από αυτήν που του έχει δοθεί, εξετάζεται ο σκοπός του, η χρησιμότητα και η αυθεντικότητά του. Η συγγραφέας, αφού παραθέτει τα πέντε επιχειρήματα του Δοξαπατρή, κρίνει το τρίτο και το τέταρτο ως ασθενή, ενώ θεωρεί ότι το δεύτερο και το πέμπτο έχουν κάποια βάση. Θεωρεί επίσης ότι το πρώτο μπορεί να ευσταθεί και με σύγχρονα κριτήρια, και μάλιστα προχωρεί στη σχετική διατύπωση. Στη συνέχεια εξετάζεται η σπουδαιότητα του έργου κατά τον Δοξαπατρή, καθώς και ο ακριβής τίτλος του και η κατάταξή του στην κατηγορία των λογικών έργων.

            Ο Δοξαπατρής δεν αφιερώνει στην ερμογενική μελέτη Περὶ ἰδεν λόγου προλεγόμενα τόσο εκτενή, όσο για τα δύο προηγούμενα έργα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι οι παρατηρήσεις του στερούνται ενδιαφέροντος. Ο Δοξαπατρής τονίζει ότι η γνώση των ερμογενικών υφολογικών κατηγοριών, που αναλύονται σε αυτό το έργο, είναι απαραίτητο εργαλείο στα χέρια του μελλοντικού ρήτορα. Ακολουθεί αναφορά στο σκοπό και τη χρησιμότητα του έργου σε περίπτωση εκφώνησης συμβουλευτικού, δικανικού ή πανηγυρικού λόγου. Τονίζεται, επίσης, ότι με βάση τις εν λόγω ερμογενικές κατηγορίες είναι δυνατόν να αξιολογούνται από το ρήτορα οι λόγοι των άλλων. Οι παρατηρήσεις του Δοξαπατρή συνεχίζονται με αναφορά στην αυθεντικότητα του συγγράμματος και στο λόγο, για τον οποίο ορθώς ονομάζεται Περὶ ἰδεν και όχι Περ χαρακτήρων. Τέλος, γίνεται μια σύντομη αναφορά στη διαίρεση του βιβλίου σε τέσσερα μέρη και στη χρήση της αποδεικτικής και δαιρετικής μεθόδου, προκειμένου να ορισθούν και να αναλυθούν οι υφολογικές κατηγορίες, καθώς επίσης και στην κατηγοριοποίησή του ανάμεσα στο λογικά έργα.

            Τέλος, η συγγραφέας συζητά και, με βάση τα όσα προαναφέρθηκαν, δέχεται την άποψη του G. Kustas ότι ο Δοξαπατρής ήταν ένας ιδιαίτερα ευαίσθητος δάσκαλος, ο οποίος, έχοντας επίγνωση του ότι εξυπηρετούσε ένα ευρύτερο κοινό, επιθυμούσε να εντάξει το σώμα της ρητορικής γνώσης στον παιδαγωγικό του στόχο. Αναφέρεται, επίσης, και τεκμηριώνεται από όσα περιεγράφησαν η άποψη του H. Hunger ότι ο Δοξαπατρής αναφερόταν με σεμνό και ειλικρινή τρόπο στις πηγές και τα πρότυπά του. Το συμπέρασμα, με βάση τα παραπάνω, είναι το εξής: μπορεί τα προλεγόμενα του Δοξαπατρή να αποτελούν τα λιγότερο μελετημένα από τα βυζαντινά σχόλια στο ερμογενικό corpus, η ευστοχία, όμως, πολλών παρατηρήσεων, καθώς και το γεγονός ότι διασώζουν σε μεγάλο βαθμό τα αντίστοιχα παλαιοτέρων, τα καθιστούν άξια μεγαλύτερης προσοχής από αυτήν, την οποία έχουν μέχρι τώρα λάβει.  

 

 

5. "Homeric passages in Syrianus' commentary on Hermogenes", Πρακτικά τoυ 11oυ Διεθνoύς Συvεδρίoυ Κλασσικώv Σπoυδώv της Διεθνoύς Ομoσπoνδίας τωv Εταιρειών Κλασσικών Σπoυδών (FIEC) (Καβάλα, Αύγουστος 1999), τόμ. Α', Αθήνα 2001, σσ. 515-526.

 

Στο άρθρο εξετάζονται δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα της χρήσης ομηρικών παραθεμάτων από το ρητοροδιδάσκαλο και φιλόσοφο Συριανό. Και τα δύο απαντούν στο ρητορικό έργο του Συριανού, δηλαδή στα σχόλιά του στα ερμογενικά έργα Περ δεν και Περ στάσεων. Στην αρχή η συγγραφέας καθιστά σαφές ότι ο Συριανός ο σοφιστής, στον οποίο αποδίδονται τα σχόλια στον Ερμογένη, είναι ο ίδιος με τον Νεοπλατωνικό φιλόσοφο Συριανό. Ακολουθεί η διαπίστωση ότι τα ομηρικά παραθέματα, τα οποία απαντούν στο ρητορικό έργο του Συριανού, εξυπηρετούν μια ποικιλία σκοπών: άλλα επιρρωνύουν γλωσσολογικές ή μετρικές παρατηρήσεις, ενώ άλλα παρατίθεναι για την ενίσχυση της επιχειρηματολογίας του φιλοσόφου.

Το πρώτο χωρίο, το οποίο εξετάζεται αναλυτικά, προέρχεται από το έργο Ες τ περ δεν. Ο Συριανός αναφέρεται στα καταληκτικά μέτρα και, προκειμένου να καταστήσει τις έννοιες σαφείς, καταφεύγει στη χρήση ομηρικών ημιστιχίων. Τονίζεται επίσης ότι η μετρική ορολογία, την οποία χρησιμοποιεί ο Συριανός στο υπό ανάλυση χωρίο, είχε παγιωθεί αρκετά πριν από τη δική του εποχή, καθώς και η χρήση ομηρικών παραδειγμάτων για τη διασάφηση μετρικών ζητημάτων. Ο τρόπος, όμως, με τον οποίο ο Συριανός παραθέτει τις λεπτομέρειες τις σχετιζόμενες με το υπό συζήτηση ζήτημα είναι δηλωτικός της εξοικείωσής του με το θέμα – με άλλα λόγια, δείχνει ότι ήταν ένας επαρκώς καταρτισμένος δάσκαλος ρητορικής.

Το δεύτερο χωρίο προέρχεται από το Ες τ περ στάσεων και παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον εξής λόγο: Ο Συριανός αναφέρεται στις ρητορικές ικανότητες των ομηρικών ηρώων Νέστορα, Φοίνικα, Παλαμήδη και Οδυσσέα. Αφού τονισθεί το γεγονός ότι, από την εποχή του Κικέρωνα και εξής, η αντίληψη ότι στα έργα του Ομήρου μπορούν να ανιχνευθούν πλήρεις ρητορικές θεωρίες ήταν εξαιρετικά διαδεδομένη, εξετάζεται η προγενέστερη του Συριανού παράδοση σε σχέση με τις ρητορικές ικανότητες του καθενός από τους ομηρικούς ήρωες. Η περίπτωση του Παλαμήδη είναι η πιο δύσκολη, καθώς δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια αναφορά της επικής ή τραγικής παράδοσης σε σχέση με τις ρητορικές ικανότητές του. Αντιθέτως, όμως, η ρητορική παράδοση, και κυρίως έργα του Γοργία και του Αλκιδάμαντα, υπάρχει περίπτωση να περιείχαν σχετικά στοιχεία. Στη συνέχεια αναφέρεται ότι, μολονότι ο Παλαμήδης απαντά σε συγγραφείς της Δεύτερης Σοφιστικής, δεν υπάρχουν σε αυτό το περιβάλλον αναφορές σε ρητορικές ικανότητές του. Αντίθετα, το χωρίο από τον Φαδρον 261b φαίνεται να έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επιλογή του Συριανού να αναφερθεί στη σχέση του Παλαμήδη με τη ρητορική.

Ακολούθως εξετάζεται η περίπτωση του Φοίνικα και του Οδυσσέα, οι οποίοι αποτελούσαν μέλη της πρεσβείας προς τον Αχιλλέα (̉̉Ιλιάς Ι 432-600). Αν και στην πρεσβεία μετείχε και ο Αίας, ο οποίος δεν αναφέρεται από τον Συριανό, υποστηρίζεται ότι ο Συριανός είναι πιθανόν να είχε υπ’ όψη του το πασίγνωστο ομηρικό επεισόδιο όταν αναφερόταν στους Φοίνικα και Οδυσσέα. Η περίπτωση της ευγλωττίας του τελευταίου, μάλιστα, γίνεται φανερή από πληθώρα περαιτέρω χωρίων, τα οποία απαντούν και στα δύο έπη. Η περίπτωση του Νέστορα είναι η πιο απλή και εύλογη, καθώς η ρητορική δεινότητα αποτελεί ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του εν λόγω ομηρικού ήρωα.

Το συμπέρασμα είναι ότι ο Συριανός είχε πολύ καλή γνώση τόσο της ομηρικής, όσο και της ευρύτερης λογοτεχνικής και φιλοσοφικής παράδοσης και ήταν σε θέση να την εκμεταλλευτεί με διαφορετικούς τρόπους σε ποικίλα περιβάλλοντα, προκειμένου να διευκολύνει την κατανόηση της διδασκαλίας του.

 

 

6.  "Θάμυρις και Στησίχoρoς: δύo υβριστές πoιητές και η τιμωρία τoυς από τις Μoύσες",  Μεσσηvιακά Χρoνικά, τόμ. Β', 2000-2002, σσ. 58-64.

 

Στην αρχή του άρθρου εξετάζεται η τιμωρία του Θάμυρι, έτσι όπως παραδίδεται από τον Όμηρο. Στο Δώριον (ή Δώτιον) πεδίον, το οποίο κατά πάσα πιθανότητα βρισκόταν στη Μεσσηνία, διεξήχθη ποιητικός διαγωνισμός ανάμεσα στον Θάμυρι και τις Μούσες. Μετά από σύντομη αναφορά στις εκδοχές Δώριον και Δώτιον, η συγγραφέας δέχεται την πρώτη, συμμεριζόμενη και την άποψη του J. Schwarz ότι προφανώς βρισκόμαστε ενώπιον μιας φιλολογικής διαφωνίας της αρχαιότητας με αφετηρία το ομηρικό κείμενο, ο απόηχος της οποίας είχε φθάσει ως τα βυζαντινά χρόνια. Ακολούθως συζητείται το είδος της τιμωρίας του υβριστή Θάμυρι. Εξετάζονται οι φράσεις του ομηρικού κειμένου «πασαν οιδῆς», «οιδν θεσπεσίην φέλοντο» και «κλέλαθον κιθαριστήν», στην ερμηνεία των οποίων δεν ανακύπτει κάποιο πρόβλημα, πράγμα το οποίο συμβαίνει με την ερμηνεία του επιθέτου «πηρός».

Σύμφωνα με τον Αρίσταρχο, το επίθετο σημαίνει αυτόν που δεν μπορεί να τραγουδήσει. Στη συνέχεια παρατίθενται οι σχετικές απόψεις των ομηρικών σχολίων Α, του Ευσταθίου Καισαρείας, αλλά και των  J.A. Davidson, G.S. Kirk, W. Whallon. Όλοι οι παραπάνω συγκλίνουν υπέρ της ερμηνείας του επιθέτου πηρός ως ανίκανου να τραγουδήσει. Από την άλλη πλευρά, όμως, σύγχρονοι μελετητές, όπως ο M. Van der Valk και ο N. Austin, τονίζουν ότι αυτή η ερμηνεία δεν είναι τίποτε άλλο από μια παρερμηνεία του Αρίσταρχου και τείνουν να αποδεχθούν ότι «πηρς» σημαίνει τυφλός. Η ύπαρξη του μοτίβου του τυφλού ποιητή στην αρχαιοελληνική, αρχαία αιγυπτιακή, ακόμη και στη σερβική παράδοση θεωρείται ότι συνηγορεί υπέρ αυτής της άποψης. Τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών είναι εύλογα, προτείνεται, όμως, ένας συσχετισμός, ο οποίος θα μπορούσε να γείρει την πλάστιγγα υπέρ της μίας εξ αυτών.

            Πιο συγκεκριμένα: είναι γνωστή η τιμωρία του επίσης υβριστή ποιητή Στησίχορου, ο οποίος, όπως μας πληροφορεί ο Πλάτωνας, τιμωρήθηκε  «διτν ̒Ελένης κακηγορίαν», και αφού έγραψε την «καλουμένην παλινδίαν παραχρμα νέβλεψεν». Στη συνέχεια του άρθρου γίνεται σύντομη αναφορά στο περιεχόμενο του όρου «παλινωδία» και τις σχετικές απόψεις αρχαίων και σύγχρονων μελετητών. Αυτό, όμως, το οποίο τονίζεται είναι ότι το είδος της τιμωρίας που επιβλήθηκε στον Στησίχορο (η στέρηση της όρασης) θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως μυθολογικό - λογοτεχνικό παράλληλο, χρήσιμο κατά την προσπάθεια προσδιορισμού της τιμωρίας του Θάμυρι. Αναφέρεται ότι η ύπαρξη του μοτίβου του τυφλού ποιητή είναι γεγονός, αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η τύφλωση δεν είναι σημαντική τιμωρία για έναν υπηρέτη των Μουσών – σε αντίθετη περίπτωση δεν θα είχε επιβληθεί ούτε στον Στησίχορο. Περαιτέρω, τονίζονται οι ομοιότητες, αλλά και οι διαφορές ανάμεσα στην «ύβριν», την οποία διέπραξαν οι δύο ασεβείς ποιητές. Βασική ομοιότητα είναι η ασέβεια έναντι θεϊκού προσώπου, ενώ βασική διαφορά το πρόσκαιρο της τιμωρίας του Στησίχορου και το μόνιμο εκείνης του Θάμυρι.

            Με βάση τα παραπάνω, υποστηρίζεται ότι η περίπτωση της τιμωρίας, η οποία επιβλήθηκε, έστω και πρόσκαιρα, στον Στησίχορο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως ένα επιχείρημα υπέρ όσων υποστηρίζουν ότι η τιμωρία του υβριστή Θάμυρι δεν ήταν η στέρηση της ικανότητας να τραγουδά, αλλά η τύφλωση.

 

 

7. "Αλληλεπιδράσεις μεταξύ ρητoρικής και φιλoσoφίας στη Νεoπλατωνική σχoλή των Αθηνών κατά τoν 5o αι. μ.Χ.", Πρακτικά 13oυ Διεθνούς Συνεδρίoυ Ελληνικής Φιλoσoφίας (Ρόδoς, Αύγουστος 2001): Ρητoρική, Επικoιvωvία, Πoλιτική και Φιλoσoφία, Αθήνα 2002, σσ. 128-134.

 

Στο άρθρο εξετάζεται η μελέτη της θεωρητικής ρητορικής από τρεις εξέχουσες φυσιογνωμίες της Νεοπλατωνικής Σχολής των Αθηνών κατά τον 5ο αι. μ.Χ.: τον Πλούταρχο, τον Συριανό και τον Πρόκλο. Μολονότι και οι τρεις υπήρξαν αφοσιωμένοι Πλατωνιστές, το υπόβαθρο, αλλά και το ενδιαφέρον τους σχετικά με τη ρητορική δεν υπήρξε διόλου αμελητέο.

Κατόπιν μιας σύντομης αναφοράς στη σχέση των προγενέστερων της σχολής των Αθηνών Νεοπλατωνικών φιλοσόφων Πορφύριου και Ιάμβλιχου με τη ρητορική, παρατίθενται οι μαρτυρίες σχετικά με τον ιδρυτή της σχολής των Αθηνών Πλούταρχο. Καθώς σε δύο σωθέντα επιγράμματα περιγράφεται ως «βασιλες λόγων», «σοφιστής» και «ταμίας μύθων», στο άρθρο υποστηρίζεται ότι ο χαρακτηρισμός «σοφιστής» δεν έχει υποκαταστήσει το «φιλόσοφος» για μετρικούς λόγους, όπως έχει υποστηριχθεί, αλλά ότι και οι τρεις χαρακτηρισμοί παραπέμπουν σε εκτενή ενασχόλησή του με τη ρητορική. Η σχέση του Πλούταρχου με το ρήτορα Νικόλαο μπορεί να θεωρηθεί ως ένα περαιτέρω τεκμήριο του ενδιαφέροντος του πρώτου για τη ρητορική.

Ο μαθητής και διάδοχος του Πλούταρχου στην καθηγεσία της Σχολής των Αθηνών Συριανός φέρεται ως ο συγγραφέας έργου ρητορικής. Πιο συγκεκριμένα, τα σχόλια στα έργα Περὶ ἰδεν και Περστάσεων του Ερμογένη αποδίδονται στον Συριανό το σοφιστή. Η κρατούσα θεωρία είναι ότι πρόκειται για τον μετέπειτα σχολάρχη Συριανό, ο οποίος έτσι κι αλλιώς υπήρξε υπέρμαχος της αντίληψης ότι ένας πλατωνικός διάλογος πρέπει να έχει έναν και μοναδικό σκοπό, να στρέφεται γύρω από έναν άξονα. Σημειώνεται ότι η εν λόγω άποψη επηρέασε αποφασιστικά τη μεταγενέστερη ρητορική παράδοση. Επίσης, ο προβληματικός κατάλογος των έργων του Συριανού, ο οποίος μας παραδίδεται από τη Σούδα, αναφέρει ότι «συνέγραψε κα λλα τινα ξηγητικά» - αυτό το γεγονός μπορεί να θεωρηθεί ως ένδειξη ύπαρξης περαιτέρω έργων με αντικείμενο όχι μόνο τη φιλοσοφία, αλλά και τη ρητορική. Οι σπουδές του σοφιστή Λάχαρη στη σχολή του Συριανού μαζί με τον Πρόκλο καταδεικνύουν με τη σειρά τους την αλληλεπίδραση μεταξύ ρητορικής και φιλοσοφίας στη Σχολή των Αθηνών.

Ο πιο γνωστός εκπρόσωπος της εν λόγω Σχολής, ο Πρόκλος, φέρεται να σπούδασε αρχικά ρητορική και ύστερα φιλοσοφία. Ο μαθητής και βιογράφος του Μαρίνος δίδει πολλές σχετικές πληροφορίες, αλλά έτσι κι αλλιώς τα ίδια τα φιλοσοφικά έργα του Πρόκλου φανερώνουν καλή γνώση της ρητορικής ορολογίας και των ρητορικών θεωριών, τις οποίες χρησιμοποιεί για να στηρίξει τη φιλοσοφική του σκέψη. Επιπλέον, το έργο ̉Επιστολικο χαρακτρες σε μερικά χειρόγραφα αποδίδεται όχι στον Λιβάνιο, αλλά στον Πρόκλο. Ακόμη και εάν πρόκειται για λάθος της χειρόγραφης παράδοσης, είναι δηλωτικό της σχέσης του Πρόκλου με τη ρητορική. Επίσης, στο άρθρο τονίζεται ότι η παρουσία της ερμογενικής υφολογικής θεωρίας στο έργο του Πρόκλου έχει επισημανθεί, αλλά όχι επαρκώς αναλυθεί από τους σύγχρονους μελετητές.

Το συμπέρασμα του άρθρου είναι ότι οι τρεις εξέχουσες μορφές του αθηναϊκού Νεοπλατωνισμού του 5ου αι μ.Χ. φαίνεται να είχαν στέρεο υπόβαθρο και σημαντικό ενδιαφέρον για τη ρητορική, η οποία σε σημαντικό βαθμό έπαιξε ρόλο στα διδακτικά τους καθήκοντα και διαμόρφωσε τομείς της φιλοσοφικής σκέψης τους.

 

 

8. "Η περί στάσεων θεωρία τoυ Ερμoγένoυς στη Ρητoρική τoυ Ν. Βάμβα", Πρακτικά ΣΤ' Διεθνoύς Πανιoνίoυ Συvεδρίoυ (Ζάκυνθος, 23-27 Σεπτεμβρίου 1997), τόμ. Γ΄, Κέντρο Μελετών Ιονίου – Εταιρεία Ζακυνθιακών Σπουδών, Αθήνα 2002, σσ. 105-112.

 

Στo άρθρο εξετάζεται η παρουσία της ερμογενικής θεωρίας των στάσεων στη Ρητορική του Ν. Βάμβα. Το έργο εκδόθηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι το 1813, αποτελώντας μέρος της βιβλιοθήκης του Κοραή, και μάλιστα αποτέλεσε την πρώτη εμφάνιση του Βάμβα στα γράμματα. Το 1841 ο Βάμβας, Καθηγητής πλέον στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, επανεξέδωσε τη Ρητορική, ριζικά, όμως αναδιαρθρωμένη. Ακολούθησε μια μετά θάνατον επανέκδοση της Ρητορικς του 1841, η οποία χρονολογείται το 1861 και, όπως είναι φυσικό, δεν διαφοροποιείται σε τίποτε από την προηγούμενη. Η συγγραφέας εξετάζει την παρουσία της θεωρίας των στάσεων στις εκδόσεις του 1813 και του 1841, οι οποίες διαφέρουν σε αρκετά σημεία.

Κατόπιν μιας σύντομης αναφοράς στον ορισμό των στάσεων, εξετάζεται η παρουσία της εν λόγω θεωρίας στην πρώτη έκδοση της Ρητορικς. Σε αυτό το έργο ο Βάμβας μνημονεύει μόνον τρεις στάσεις, τον στοχασμό, τον ρο κα την ποιότητα. Αυτές είναι και οι τρεις προ-ερμογενικές στάσεις, τη στιγμή που η ερμογενική θεωρία αναπτύσσει δεκατρείς. Παρατίθεται σχόλιο του Βάμβα, ο οποίος θεωρεί το παραδοσιακό σύστημα απλούστερο του ερμογενικού. Σημειώνεται επίσης ότι αυτή η συνοπτική θεωρητική παρουσίαση εμπλουτίζεται λίγα κεφάλαια παρακάτω με κάποια παραδείγματα χρήσης των τριών στάσεων στη δικανική ρητορική, τα οποία ο συγγραφέας άντλησε και από αρχαίες πηγές, αλλά και από τη σύγχρονη προς αυτόν πραγματικότητα.

Στη συνέχεια εξετάζεται η παρουσία της θεωρίας των στάσεων στη Ρητορική του 1841. Αυτήν τη φορά ο Βάμβας υιοθετεί και παρουσιάζει αναλυτικά το ερμογενικό σύστημα, χωρίς να τροποποιεί ούτε τις βασικές του διακρίσεις, ούτε την ορολογία. Μάλιστα, κατά την παρουσίαση υιοθετεί και την ακριβή σειρά του ερμογενικού εγχειριδίου, αλλά και το προοίμιο του έργου του Ερμογένη αυτό καθεαυτό.

Ακολουθεί αναλυτική παρουσίαση της πραγμάτευσης της κάθε στάσεως από τον Βάμβα. Ο Βάμβας στην ουσία απλουστεύει γλωσσικά το ερμογενικό πρωτότυπο, κάνοντας μία ή δύο μικρές και όχι σημαντικές παρεμβάσεις σε επίπεδο κάποιων επιμέρους - όχι βασικών -  ορισμών, εάν κρίνει ότι αυτό διευκολύνει τον αναγνώστη του. Επίσης, μια αλλαγή, την οποία επιφέρει σε σχέση με το πρωτότυπο, είναι η χρήση των παραδειγμάτων. Καθώς τα τελευταία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ανάπτυξης μιας ρητορικής θεωρίας, κρατά όσα θεωρεί χρήσιμα ή αποδεκτά, κινείται, όμως, προς ένα πλαίσιο απλούστευσης και εκσυγχρονισμού όσων θα δυσκόλευαν τον αναγνώστη του. Επίσης, παραθέτει δικά του σε ουκ ολίγες περιπτώσεις. Αξίζει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι τα δικά του παραδείγματα συχνά τα αντλεί από αρχαίους συγγραφείς. Μια άλλη παρατήρηση, η οποία γίνεται σε σχέση με τη χρήση των παραδειγμάτων, είναι ότι η εφαρμογή της πρακτικής του εκσυγχρονισμού είναι μάλλον επίλεκτική – με άλλα λόγια, σε σημεία που θα την περιμέναμε δεν εμφανίζεται. Πρόκειται για μια μικρή ασυνέπεια εκ μέρους του συγγραφέα. Παρατηρείται επίσης ότι σε αρκετές περιπτώσεις ο Βάμβας τροποποιεί τα ερμογενικά παραδείγματα όχι γιατί δεν τα θεωρεί εύστοχα, αλλά για λόγους ηθικής τάξης – και σε αυτό, όμως, το σημείο δεν έχει κινηθεί με απόλυτη συνέπεια.

Στο τέλος του άρθρου συνοψίζεται η διαφοροποίηση ανάμεσα στην εκ μέρους του Βάμβα παρουσίαση και ανάλυση της θεωρίας των στάσεων στις δύο εκδόσεις της Ρητορικς του. Σημειώνεται ότι ο Βάμβας απλούστευσε γλωσσικά όχι την ορολογία αυτή καθεαυτή, αλλά την ανάπτυξη των εννοιών και παρενέβη κάποιες φορές στα ερμογενικά παραδείγματα, χωρίς, όμως, να ακολουθεί μια απόλυτα συνεπή πρακτική στις παρεμβάσεις του. Σε κάθε περίπτωση, δοκίμασε και σε μεγάλο βαθμό πέτυχε να καταστήσει προσιτή στους φοιτητές και τους συγχρόνους του μια γνωστή και δοκιμασμένη από το χρόνο ρητορική θεωρία.

 

 

        9. "Η κριτική του Συριανού στους Ευαγόρα, Ακύλα και Μινουκιανό", Παρνασσός, τόμ. ΜΕ΄, Αθήνα 2003, σσ. 171-180.

 

Το άρθρο αρχίζει με την υπογράμμιση του γεγονότος ότι θεωρητικοί της αρχαίας ρητορικής, το έργο των οποίων γνώρισε σημαντική αποδοχή από τους μεταγενέστερους, παραμένουν ελάχιστα γνωστοί στους σύγχρονους μελετητές. Οι αναφορές και οι κρίσεις των μεταγενέστερων θεωρητικών σε έργα αρκετών από αυτούς είναι επαρκείς, όμως, προκειμένου να διαμορφώσουμε μια εικόνα για τα χαμένα έργα αυτών των θεωρητικών, ή, έστω, για την απήχησή τους. Ο ρητοροδιδάσκαλος και Νεοπλατωνικός φιλόσοφος Συριανός (5ος αι. μ.Χ.) φαίνεται ότι υπήρξε όχι μόνο γνώστης των ερμογενικών θεωριών, αλλά και της ιστορίας τους, Οι αναφορές και η κριτική του στους θεωρητικούς της ρητορικής Ακύλα, Ευαγόρα και Μινουκιανό αποτελούν το αντικείμενο του άρθρου.

Αρχικά επισημαίνεται ότι οι αναφορές του Συριανού στον Μινουκιανό είναι στο σύνολό τους επικριτικές, καθώς, με βάση το κριτήριο ότι η γνώση και η εφαρμογή της φιλοσοφίας είναι απαραίτητες για τον ορισμό των θεμελιωδών εννοιών της ρητορικής, ο Μινουκιανός θεωρείται αφιλοσόφητος, άρα όχι τόσο άξιος λόγου όσο ο Ακύλας και ο Ευαγόρας. Οι δύο τελευταίοι παρουσιάζονται από τον Συριανό ως καλοί γνώστες της φιλοσοφίας, άρα και άξιοι θεωρητικοί της ρητορικής.

Στη συνέχεια, αφού δίδονται σύντομα βιογραφικά στοιχεία για τους τρεις θεωρητικούς, και τονίζεται ότι από την αξιόλογη ρητορική τους παραγωγή έχουν μείνει μόνο αποσπάσματα, εξετάζονται λεπτομερώς οι αναφορές του Συριανού σε αυτούς. Οι παραπάνω απαντούν στα σχόλια στο ερμογενικό έργο Περ στάσεων. Ήδη από την εισαγωγή του έργου, στα πλαίσια της συζήτησης της διαφοράς μεταξύ προσώπων και πραγμάτων, οι Ακύλας και Ευαγόρας αναφέρονται ως τεχνογράφοι, με τη διαίρεση των οποίων ο Συριανός διαφωνεί μεν, η αναφορά του, όμως, είναι κάθε άλλο παρά απαξιωτική. Ο Συριανός φαίνεται να θεωρεί φυσικό η ερμογενική κατηγοριοποίηση να είναι επαρκέστερη των άλλων, από την άλλη, όμως, μιλά με εκτίμηση για το συνδυασμό φιλοσοφίας και ρητορικής, στον οποίον προχώρησαν οι Ακύλας και Ευαγόρας. Η επόμενη αναφορά του Συριανού στον Ακύλα είναι επίσης επικριτική (ο συγγραφέας θεωρεί ότι ο Ακύλας «μάρτηται» κατά τη συζήτηση των ασυστάτων ειδών), όχι όμως και απαξιωτική. Στη συνέχεια οι Ακύλας και Ευαγόρας αναφέρονται όχι μόνο ως απλοί τεχνογράφοι, αλλά ως φυσιογνωμίες, οι οποίες αναβάθμισαν τη θεωρητική ρητορική, λόγω των φιλοσοφικών γνώσεών τους. Τονίζεται, μάλιστα, ότι συμπλήρωσαν την ερμογενική θεωρία, οι δε απόψεις τους αναλύονται με παραδείγματα.

Η πρώτη αναφορά του Συριανού στον Μινουκιανό γίνεται κατά τη συζήτηση θέματος, στο οποίο ο ίδιος ο Ερμογένης διαφωνούσε με τον Μινουκιανό, χωρίς όμως να τον κατονομάζει. Αντίθετα, ο Συριανός δείχνει μια προθυμία να το κάνει, και μάλιστα τονίζει και τη διαφωνία του Ακύλα με τον Μινουκιανό. Η επόμενη αναφορά στον Μινουκιανό είναι επίσης απαξιωτική, καθώς ο οφειλόμενη σε αυτόν αναβάθμιση του τριμερούς σχήματος αίτιον, συνέχον και κρινόμενον σε κριτήριο «συστάσεως» των ρητορικών ζητημάτων δεν θεωρείται επαρκής. Εδώ μνημονεύεται και η σχετική άποψη του M. Heath, ο οποίος τονίζει ότι αυτό το σύστημα δεν ικανοποίησε τους μεταγενέστερους.

Στη συνέχεια εντοπίζονται και συζητούνται οι απορριπτικές για τον Μινουκιανό αναφορές σε σχέση με την κατηγοριοποίηση, αλλά και την ανάλυση στάσεων όπως οι μετάληψις, στοχασμός, ρος, ντίληψις, ντίστασις, μετάστασις και ντέγκλημα. Παράλληλα, κατά τη συζήτηση της ντιλήψεως τονίζεται το ότι οι Ευαγόρας και Ακύλας χρησιμοποίησαν το θεωρητικό τους υπόβαθρο στη φιλοσοφία, προκειμένου να αναβαθμίσουν τη θεωρία των στάσεων.

Συμπερασματικά, ο Συριανός διαφωνεί ενίοτε με τους Ακύλα και Ευαγόρα, τονίζει, όμως, το φιλοσοφικό τους υπόβαθρο και τη συνεισφορά τους στην ανάπτυξη της θεωρητικής ρητορικής. Αντίθετα, στην περίπτωση του Μινουκιανού επιδεικνύει εξαιρετική προθυμία στο να εκφράσει τη διαφωνία του μαζί του, απαξιώνοντας, όμως, τη συνολική του προσφορά. Τέλος, διαπιστώνεται ότι η σημασία, την οποία αποδίδει ο Συριανός στο φιλοσοφικό υπόβαθρο της κριτικής του έναντι συγκεκριμένων τεχνογράφων μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ένα περαιτέρω επιχείρημα υπέρ της άποψης ότι ο Συριανός ο σοφιστής, στον οποίο η χειρόγραφη παράδοση αποδίδει τα σχόλια στον Ερμογένη, είναι όντως ο Νεοπλατωνικός φιλόσοφος Συριανός, υιός του Φιλοξένου.

 

 

10. "Η υπεροχή του νέου έναντι του αρχαίου πολιτισμού κατά τον Π. Βράιλα Αρμένη", Kερκυραϊκά Χρονικά, περίοδος Β΄, τόμ. Β΄: Αφιέρωμα στον Πέτρο Βράιλα Αρμένη, Κέρκυρα 2005, σσ. 89-101.

 

Ο Πέτρος Βράιλας Αρμένης στην μελέτη του «̒Ο νέος πολιτισμς παραβαλλόμενος πρς τν ρχαον» (Αθήνα, 1853 – αναδημοσίευση Κέρκυρα 1864) φιλοδοξεί να αναδείξει τις πολιτισμικές διαφορές της νεοελληνικής κοινωνίας της εποχής του σε σχέση με τις κοινωνικές δομές των αρχαίων Ελλήνων. Χωρίς να είναι οπαδός της εξιδανικευτικής αρχαιολατρίας, που κυριάρχησε στην Ευρώπη από το δεύτερο μισό του 18ου αι. και εξής, και καθώς επρέσβευε ότι ο ελληνισμός πρέπει να αναγεννηθεί μέσα από χριστιανικά πρότυπα, στέκεται επικριτικά έναντι βασικών πολιτισμικών αξιών της αρχαίας Ελλάδας, εξαίροντας ταυτόχρονα την ανωτερότητα του σύγχρονου προς τον ίδιον ελληνοχριστιανικού πολιτισμού.

Στην εν λόγω μελέτη του Βράιλα, ύστερα από μια σύντομη εισαγωγή, όπου εκφράζονται ενδιαφέρουσες απόψεις σχετικά με το τι είναι πολιτισμός και ποιο ρόλο παίζουν οι ιδέες στη διμόρφωσή του, παρατίθενται τα χαρακτηριστικά του νεώτερου πολιτισμού, ο οποίος έχει έντονο ευρωπαϊκό χαρακτήρα. Τα όποια κοινά χαρακηριστικά του πολιτισμού των λαών της Ευρώπης είναι αυτά που τον αντιδιαστέλλουν προς τον αρχαίο. Σημειώνεται ότι ο Βράιλας διακατέχεται από αισιοδοξία για το μέλλον των σχέσεων των ευρωπαϊκών λαών, υποστηρίζει δε ότι η κατάργηση της φυσικής δουλείας και της φυσικής δεσποτείας αποτελεί βασικό στοιχείο αυτού του γεγονότος. Με αυτήν την ευκαιρία εξαίρει το θεσμό της οικογένειας και την κινητικότητα ανάμεσα στις διάφορες τάξεις. Αν και έχει προηγηθεί το 1848, ο Βράιλας αποσιωπά τις όποιες απηχήσεις του και τονίζει το χριστιανικό υπόβαθρο του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Ο ελληνικός λαός έχει σαφή ρόλο να διαδραματίσει μέσα στην κοινωνία, στην οποία έχει περαιτέρω περιθώριο να αναπτυχθεί και να τελειοποιηθεί ο ο Χριστιανισμός, και μάλιστα προώρισται να διαδώσει το νέο πολιτισμό και σε άλλα έθνη.

Στη συνέχεια σημειώνεται ότι ο Βράιλας δεν προχωρεί σε απλή απαρίθμηση των χαρακτηριστικών του αρχαίου πολιτισμού, αλλά προβαίνει σε συνοπτική σύγκρισή του με τον νέο, έτσι ώστε να καταδειχθούν οι αρετές του τελευταίου, που είναι χριστιανικός. Ακολουθεί αναλυτική αναφορά σε παραδείγματα του έργου του Βράιλα όπως η ισότητα των λαών, η ελευθερία, η δουλεία, και τονίζεται ότι ο Βράιλας, παρουσιάζοντας ακόμη και πεδία, στα οποία διέπρεψαν οι αρχαίοι, χαρακτηρίζεται από επικριτική διάθεση. Παρατηρείται ότι παρά τον τίτλο του, το άρθρο του επικεντρώνεται περισσότερο στον νέο πολιτισμό παρά τον αρχαίο και δεν αναφέρεται σε πρόσωπα του αρχαιοελληνικού παρελθόντος, καλλιτέχνες ή πολιτικούς, οι οποίοι επηρέασαν βαθύτερα τη διαμόρφωση του χριστιανικού ευρωπαϊκού πολιτισμού, τον οποίο ο ίδιος εξαίρει Οι εκτιμήσεις του Βράιλα και η πειστικότητα των επιχειρημάτων του δεν κρίνονται πάντοτε επαρκείς, κυρίως σε συνάρτηση με την αθηναϊκή, την επτανησιακή, αλλά και την ευρωπαϊκή κοινωνία της εποχής του. Τονίζεται, μάλιστα, ότι ο συγγραφέας έχει υποπέσει στο σφάλμα να εφαρμόζει τις αρχές του σύγχρονου προς τον ίδιον πολιτισμό σε διαφορετικές κοινωνικές δομές, όπως αυτές της αρχαίας Ελλάδας. Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει και ελλιπή γνώση του αρχαιοελληνικού πολιτισμού εκ μέρους του Βράιλα. Το έργο του συνηγορεί υπέρ της εκ μέρους του καλής γνώσης όχι μόνο της χριστιανικής διδασκαλίας, αλλά και της συμβολής των Πατέρων της Εκκλησίας στη διαμόρφωση του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, καθώς επίσης και της συμβολής του ελληνικού πολιτισμού στη διαμόρφωση του ευρωπαϊκού από την Αναγέννηση και εξής. Η μελέτη του συγγραφέα «Περ τν χαρακτήρων τς λληνικς διανοίας» φέρεται ως παράδειγμα των παραπάνω.

Ανακεφαλαιώνοντας, υποστηρίζεται ότι ο Βράιλας υπέπεσε μεν στο σφάλμα να αντιμετωπίζει τον αρχαίο πολιτισμό με βάση τα κριτήρια μιας σύγχρονης προς αυτόν οπτικής, αφ’ ενός όμως δεν υπήρξε ο μόνος διανοητής της εποχής του, που έκανε κάτι τέτοιο, αφ’ ετέρου φαίνεται να οδηγήθηκε σε μια τέτοια στάση από τις απόψεις του περί θεϊσμού ως βασικού παράγοντα διαμόρφωσης του ιστορικού γίγνεσθαι. Αν και το μελετηθέν πόνημα του συγγραφέα δεν αποτελεί το κείμενο, στο οποίο θα ανατρέξει κανείς, προκειμένου να αξιολογήσει τον αρχαίο πολιτισμό, εν τούτοις αποτελεί ένα από τα κείμενα, τα οποία καλό είναι να λάβει κανείς υπ’ όψη του, προκειμένου να διαμορφώσει άποψη για τον ιδεολογικό προσανατολισμό του συγγραφέα του.

 

 

11. "Η διχογνωμία της Αθηναϊκής Νεοπλατωνικής Σχολής για τον Θάμυρι", Μεσσηνιακά Χρονικά, τόμ. Γ΄, 2003-2007, σσ. 61-66.

 

            Στο άρθρο παρουσιάζεται το ότι στη Νεοπλατωνική Σχολή της Αθήνας τον 5ο αι.μ.Χ. δύο σύγχρονοι εκπρόσωποί της, ο Πρόκλος και ο Ερμείας, είχαν διαμετρικά αντίθετες απόψεις σχετικά με τον ποιητή Θάμυρι. Αυτή η διαφωνία κάλυπτε τόσο την αξιολόγηση των ικανοτήτων του ως ποιητή, όσο και το είδος της τιμωρίας, που του επιβλήθηκε από τους θεούς. Το γεγονός αυτό έχει σημασία για τους εσωτερικούς συσχετισμούς στη Σχολή, καθώς και οι δύο φιλόσοφοι μαθήτευσαν κοντά στον Συριανό.

            Αρχικά εξετάζονται οι απόψεις του Πρόκλου, οι οποίες απαντούν στα σχόλιά του στην Πολιτεία. Σε αυτό το έργο ο φιλόσοφος ασχολείται, μεταξύ άλλων, με το θέμα της ποιητικής έμπνευσης. Όπως είναι φυσικό, λαμβάνει σαφή θέση έναντι των πλατωνικών αφορισμών περί ποίησης και μάλιστα αυτό γίνεται με τη διατύπωση μιας πλήρους και επαρκώς τεκμηριωμένης θεωρίας. Η συγγραφέας αναφέρει την υποδιαίρεση κατά Πρόκλο (ποίηση ενθεαστική, διδακτική και μιμητική, η τελευταία εκ των οποίων χωρίζεται σε εικαστική και φανταστική). Ο Θάμυρις αναφέρεται ως εκπρόσωπος της φανταστικής ποίησης, η οποία βρίσκεται στο τελευταίο σκαλοπάτι της ποιητικής ιεραρχίας. Εδώ τονίζεται ότι ο Πρόκλος επιπλέον επικροτεί τον  «χόλον», τον οποίον επέδειξαν οι Μούσες έναντι του Θάμυρι στερώντας του τις ποιητικές του ικανότητες, και εντάσσει τις απόψεις του σχετικά με το Μεσσήνιο ποιητή στην προσπάθειά του να διατυπώσει μια πλήρη θεωρία περί ποίησης, προκειμένου να αντικρούσει την αντίστοιχη πλατωνική. Στο σημείο αυτό αναφέρονται συνοπτικά τα βασικά σημεία της ενδιαφέρουσας θεωρίας του Πρόκλου.

            Στη συνέχεια εκτίθενται οι απόψεις του Ερμεία, αφού έχει ήδη τονισθεί ότι, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, τα σχόλιά του στον Φαδρον αποτελούν πιστή καταγραφή των παραδόσεων του δασκάλου του Συριανού. Μετά από μια ενδιαφέρουσα αλληγορία του Τρωικού πολέμου, ο Ερμείας, ερμηνεύοντας το επίθετο «πηρς» ως «τυφλός», δέχεται μεν ότι ο Θάμυρις τυφλώθηκε, διαφωνεί όμως στο εάν και κατά πόσο κάτι τέτοιο αποτελούσε τιμωρία. Κάνοντας έναν εύστοχο παραλληλισμό με τον Όμηρο, ο Ερμείας (στην ουσία ο Συριανός) αναγνωρίζει ότι μόνον οι τυφλοί ποιητές είναι σε θέση να θεαθούν το μεταφυσικό κάλλος. Αξίζει να σημειωθεί ότι κάτι αντίστοιχο υποστήριζε ο Πρόκλος για τον ομηρικό Δημόδοκο, όχι όμως για τον Θάμυρι.

            Ο Πρόκλος, επομένως, διαφωνεί με τον Συριανό και ως προς το είδος της επιβληθείσας τιμωρίας στον Θάμυρι, όσο και ως προς την αξιολόγησή του. Αυτό, όμως, το οποίο είναι αξιομνημόνευτο είναι το ότι τόσο ο Συριανός, όσο και ο Πρόκλος χρησιμοποίησαν την ποιητική φιγούρα του Θάμυρι, τα έργα του οποίου σαφώς και δεν είχαν υπ’ όψη τους, προκειμένου να τεκμηριώσουν τις δικές τους αισθητικές ή μεταφυσικές απόψεις, πάντοτε μέσα στο πλαίσιο της δκής τους ξεχωριστής ερμηνείας της πλατωνικής διδασκαλίας.

 

 

12. "Η επίδραση του Ερμογένη στο έργο του Χαράλαμπου Παμπούκη Πεζογραφική Καλλιλογία", στο Κ.Α. Δημάδης (επιμ.), Πρακτικά του Γ' Ευρωπαϊκού Συνεδρίου Νεοελληνικών Σπουδών της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών (ΕΕΝΣ) (Βουκουρέστι, 2-4 Ιουνίου 2006): “Ο ελληνικός κόσμος ανάμεσα στην εποχή του Διαφωτισμού και στον εικοστό αιώνα”, τόμ. Β΄, Αθήνα 2007, σσ. 483-490.

 

            Το άρθρο εξετάζει την επίδραση των θεωριών του Ερμογένη σε ένα βασικό έργο του Χαράλαμπου Παμπούκη, την Πεζογραφικ καλλιλογία (Αθήνα, 1857). Ο συγγραφέας (Χαλκιανά Καλαβρύτων 1805 – Ναύπλιο 1878) υπήρξε εκπαιδευτικός, αλλά και αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης. Υπηρέτησε επί σειρά ετών την εκπαίδευση και διακρινόταν για τη ρητορική του δεινότητα, κατατάσσοντας μάλιστα τη ρητορική μεταξύ των ωραίων τεχνών, τις οποίες εκτιμούσε βαθύτατα.

            Στο άρθρο γίνεται μια σύντομη αναφορά στο εγχειρίδιο και το σκοπό της συγγραφής του, που είναι η διδασκαλία της ρητορικής τέχνης στους μαθητές των Γυμνασίων. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα εγχειρίδιο αμιγούς διδακτικής υφής, πράγμα το οποίο εξηγεί και εν πολλοίς τη δομή και το περιεχόμενό του. Στη συνέχεια εξετάζεται η γλώσσα του έργου, η οποία φαίνεται να ακολουθεί τις επιταγές του Αδαμάντιου Κοραή. Σημειώνεται, επίσης, η επιρροή των διδαγμάτων του Διαφωτισμού στο εν λόγω εγχειρίδιο.

            Στο άρθρο ακολουθεί εξέταση των χωρίων, στα οποία μνημονεύεται ο Ερμογένης ή οι θεωρίες του. Τονίζεται ότι ο Παμπούκης αξιοποιεί προς την κατεύθυνση της εκλακευσης ή της απλοποίησης στοιχεία ορολογίας, που προέρχονται  είτε από το έργο του Ερμογένη, είτε από άλλους θεωρητικούς της ρητορικής. Ο ίδιος ο Παμπούκης αναφέρει ότι κατά τη συγγραφή του εγχειριδίου του επηρεάστηκε από τους Αριστοτέλη, Διονύσιο τον Αλικαρνασσέα, Λογγίνο, Πλούταρχο, Κικέρωνα και Κοϊντιλιανό. Σημειώνεται ότι, καθώς είχε σπουδάσει στην Ιταλία, ο Παμπούκης ήταν γνώστης όχι μόνον της βυζαντινής και νεοελληνικής ρητορικής παράδοσης, αλλά και της αντίστοιχης αναγεννησιακής. Συχνές είναι, ως εκ τούτου, οι αναφορές του και σε θεωρητικούς όπως οι Η. Blair, J.F. Laharpe και J.F. Villiers- Moriamé. Μέσα σε αυτήν την πληθώρα των πηγών, ο Ερμογένης μπορεί να μην αποτελεί την βασικότερη αυτών, η εξέτασή του, όμως έχει την αξία της,  όπως προκύπτει από τη συνέχεια του άρθρου.      

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το πρώτο χωρίο, στο οποίο συναντάμε μνεία του Ερμογένη. Αντικείμενο συζήτησης είναι η θεωρία των στάσεων. Η τελευταία τελειοποιήθηκε από τον Ερμογένη, ο Παμπούκης, όμως, θεωρεί χρηστικότερο το προ-ερμογενικό σύστημα των τριών μόνον στάσεων, του στοχασμού, του όρου και της ποιότητος. Παρά ταύτα, δεν παραλείπει να αναφέρει τη σύνθετη ερμογενική θεωρία, και να τονίσει ότι κατά τη γνώμη του η προ-ερμογενική διάκριση είναι πιο απλή. Την ίδια άποψη είχε και ο Ν. Βάμβας, ο οποίος, στην πρώτη έκδοση της Ρητορικής του υιοθέτησε και αυτός την προ-ερμογενική διάκριση. Σημειώνεται, επίσης, ότι ο Βάμβας ανέλυσε την πλήρη θεωρία στη δεύτερη έκδοση του έργου του, που απευθυνόταν σε πιο εξειδικευμένο κοινό.

Ακολουθεί μνεία και ανάλυση των υπόλοιπων χωρίων (έξι στο σύνολό τους), στα οποία αναφέρεται ο Ερμογένης και οι θεωρίες του. Σε αυτά οι εκ μέρους του Παμπούκη κρίσεις για τον Ερμογένη είναι θετικές. Αυτό, όμως, το οποίο δεν παραλείπει να τονίσει, είναι το απαιτητικό και το πολύπλοκο των ερμογενικών θεωριών. Στο τέλος του άρθρου παρατηρείται ότι όλες οι ερμογενικές αναφορές βρίσκονται στο πρώτο μέρος του έργου του Παμπούκη, αυτό, όμως, οφείλεται στη φύση των συζητουμένων θεμάτων. Επιπλέον, ο Παμπούκης δεν αξιοποίησε περισσότερο τις ερμογενικές  θεωρίες, έστω και εκεί, όπου ταίριαζαν, λόγω του ότι το χρηστικό εγχειρίδιό του απευθυνόταν σε μαθητές και όχι σε ανθρώπους που ακολουθούν εξειδικευμένες σπουδές. Αυτό σε τίποτε δεν μειώνει την εκ μέρους του γνώση και εκτίμηση των ερμογενικών θεωριών.

 

13. "The Homeric tradition in Ammonius and Asclepius", στο P. Vassilopoulou & S.R.L. Clark (εκδ.), Late antique epistemology: Other ways to truth, Macmillan – Palgrave, London 2009, σσ. 174-187.

 

Οι σχολιαστές Αμμώνιος και Ασκληπιός τοποθετούνται στην αλυσίδα των Νεοπλατωνικών φιλοσόφων, οι οποίοι έκαναν χρήση της αρχαιοελληνικής λογοτεχνικής παράδοσης στα έργα τους. Σημαντικό κομμάτι της τελευταίας, η ομηρική παράδοση αποτελεί το αντικείμενο του άρθρου. Αφού επισημανθεί ο ρόλος της αλληγορίας, τόσο σε επίπεδο φιλοσοφικού στοχασμού, όσο και ανάλυσης των ομηρικών επών, υπογραμμίζεται ο εξέχων ρόλος της στα έργα των Νεοπλατωνικών φιλοσόφων της σχολής των Αθηνών Συριανού και Πρόκλου και δηλώνεται ότι, μεταξύ άλλων, θα εξετασθεί το εάν και κατά πόσο ο μαθητής του Πρόκλου Αμμώνιος έκανε χρήση της εν λόγω μεθόδου στα έργα του. Η μελέτη της πρόσληψης της ομηρικής παράδοσης από τους Αμμώνιο και Ασκληπιό φωτίζει πτυχές της εκ μέρους τους αξιοποίησης της ευρύτερης λογοτεχνικής παράδοσης και δίδει αφορμή για προβληματισμό σε σχέση με ευρύτερα θέματα πρόσληψης αρχαίων κειμένων.

Τα σωζόμενα έργα του Αμμωνίου είναι τα σχόλιά του στα αριστοτελικά έργα Κατηγορίες, Περ ρμηνείας και ̉Αναλυτικ πρότερα και στην Εσαγωγὴν του Πορφυρίου. Ο μαθητής του Ασκληπιός σχολίασε τα Μεττ φυσικ και την Εσαγωγν ες τν Νικομάχου ριθμητικήν, τα εν λόγω σχόλιά του είναι π φωνς ̉Αμμωνίου, και επομένως μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αξιόπιστη πηγή για τη διδασκαλία και της απόψεις του δασκάλου του.

Στη συνέχεια υπογραμμίζεται ότι στο Ες τ ναλυτικ πρότερα του Αμμωνίου και το Ες τν εσαγωγν ες τν Νικομάχου ριθμητικν δεν υπάρχουν ομηρικές ανφορές. Στα υπόλοιπα έργα των δύο φιλοσόφων απαντούν συνολικά 54 χωρία, τα οποία αναφέρονται σε ομηρικούς ήρωες και επεισόδια, ή περιέχουν αυτούσιους ομηρικούς στίχους. Το περιβάλλον, στο οποίο εντάσσονται, είναι κυρίως φιλοσοφικό, υπάρχουν όμως και αναφορές όταν θίγονται ζητήματα γλωσσολογικά, ή ακόμη και ιστορικά. Στο άρθρο γίνεται μια δειγματοληπτική παρουσίαση μερικών από τα ομηρικά χωρία, και η διαίρεση, βάσει της οποίας παρουσιάζονται είναι θεματική.

Ακολουθεί η παρουσίαση και ανάλυση του χωρίου, όπου η ομηρική παράδοση χρησιμοποιείται, προκειμένου να ορισθεί η ίδια η φιλοσοφία. Στη συνέχεια αναφέρονται χωρία, στα οποία ομηρικοί στίχοι επιρρωνύουν παρατηρήσεις σχετικές με τη γλωσσολογία και τη φιλοσοφία της γλώσσας. Επίσης αναλύονται οι ομηρικές αναφορές που απαντούν καθώς συζητούνται ζητήματα ηθικής και λογικής. Έμφαση δίδεται στην παρουσίαση και ανάλυση των χωρίων, στα οποία η ομηρική παράδοση αξιοποιείται κατά τη συζήτηση θεολογικών και μεταφυσικών ζητημάτων. Καθώς τα τελευταία αποτελούν μεγάλο μέρος της αξιοποίησης των ομηρικών στοιχείων από τους Αμμώνιο και Ασκληπιό, γίνεται παρουσίαση και ανάλυση χαρακτηριστικών χωρίων.

Η ομηρική παράδοση απαντά επίσης και σε χωρία, όπου συζητούνται κοσμολογικά ζητήματα και θέματα ψυχολογίας. Υπάρχουν στα κείμενα των φιλοσόφων και επίσης συζητούνται στο άρθρο τρεις περιπτώσεις, στις οποίες κατά την παράθεση γνωσιολογικών απόψεων των συγγραφέων χρησιμοποιούνται ομηρικοί στίχοι. Η τελευταία ομηρική αναφορά, η οποία συζητείται εκτενώς, δεν απαντά κατά τη συζήτηση θεμάτων φιλοσοφικών, αλλά ενός ιστορικού ζητήματος.

Στη συνέχεια τονίζεται ότι από την παρουσίαση και ανάλυση των χωρίων κατ’ αρχάς προκύπτει ότι για τους Αμμώνιο και Ασκληπιό ο Όμηρος ήταν ο κατ’ εξοχήν ποιητής. Κατά την ανάλυση πληθώρας φιλοσοφικών ζητημάτων (και όχι μόνον) απαντούν είτε αυτούσιοι ομηρικοί στίχοι, είτε αναφορές σε γνωστούς ομηρικούς ήρωες ή ομηρικά επεισόδια. Παρατηρείται, όμως, ότι πουθενά στα σωζόμενα έργα των δύο φιλοσόφων δεν γίνεται αλληγορική ερμηνεία των ομηρικών ποιημάτων. Η εκ μέρους τους γνώση της εν λόγω πρακτικής ήταν δεδομένη, μπορούμε, επομένως, να συμπεράνουμε ότι, αν και γνώριζαν τις ομηρικές αλληγορίες, ήταν απρόθυμοι να τις χρησιμοποιήσουν. Για τους λόγους αυτής της απροθυμίας μόνον εικασίες μπορούμε να κάνουμε, το γενικότερο όμως κλίμα της Αλεξάνδρειας την εποχή των δύο φιλοσόφων και η παρουσία τόσο ειδωλολατρών, όσο και Χριστιανών στο ακροατήριό τους φαίνεται να έπαιξαν κάποιο ρόλο σε αυτήν την επιλογή. Σε κάθε περίπτωση, η παρουσία της ομηρικής παράδοσης σε σημαίνοντα χωρία μεταφυσικού και θεολογικού περιεχομένου  (αν και σε αυτά ο Όμηρος δεν αντιμετωπίζεται ως θεολόγος του διαμετρήματος του Ορφέα ή του Παρμενίδη, όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, στην περίπτωση του Συριανού) αρκεί για να μας δείξει τη σημασία του ποιητή για τους δύο φιλοσόφους: τον αντιμετώπιζαν με γνώση και σεβασμό, στα πλαίσια της καθιερωμένης και δοκιμασμένης παραδοσιακής χρήσης των ποιημάτων του.

 

 

14. "The treatment of ancient Greek myth in Syrianus’ philosophical works", στο A. Longo (εκδ.), Syrianus et la métaphysique de l’ antiquité tardive. Actes du colloque International, Université de Genève, 29 Septembre – 1er Octobre 2006, Elenchos, τόμ. LI, Bibliopolis, Napoli, 2009, σσ. 499-514.

 

Στο άρθρο εξετάζονται η παρουσία και η λειτουργία των αρχαιοελληνικών μύθων στα σωζόμενα φιλοσοφικά έργα του Συριανού, και πιο συγκεκριμένα τα στοιχεία της μυθικής παράδοσης, τα οποία απαντούν σε χωρία μεταφυσικής. Η αναφορά στα χωρία είναι ενδεικτική και όχι εξαντλητική. Τα δύο έργα, τα οποία έχουν σωθεί, είναι τα σχόλια του Συριανού στα βιβλία Β, Γ, Μ και Ν των Μετ τ Φυσικά, ενώ τα σχόλια στον Φαδρον σώζονται από τη χειρόγραφη παράδοση με το όνομα του μαθητή του Συριανού Ερμεία. Κατόπιν μιας περιεκτικής αναφοράς στο ζήτημα της πατρότητας των εν λόγω σχολίων, η συγγραφέας καταλήγει ότι μπορούμε να τα θεωρήσουμε ως αξιόπιστη πηγή της διδασκαλίας του Συριανού.

Στο πρώτο χωρίο, το οποίο εντάσσεται σε μια ευρύτερη μεταφυσική ανάλυση, παρουσιάζεται η θεϊκή ιεραρχία σε μορφή πυραμίδας, κορυφή της οποίας είναι ο Ζευς. Από αυτήν εξαρτάται η τριάδα Ζεύς, Ποσειδών, Πλούτων, και από την τριάδα το παραδοσιακό αρχαιοελληνικό δωδεκάθεο. Τονίζεται ότι οι ορφικές επιρροές είναι εμφανείς στη διαμόρφωση της εν λόγω ιεραρχίας με τις τριάδες και τους πολλαπλούς Δίες, σημειώνεται, όμως, το ότι για την τεκμηρίωσή της επιστρατεύονται ομηρικά χωρία.

Ακολουθεί η αναφορά και η σύντομη ανάλυση τριών χωρίων μεταφυσικού περιεχομένου όπου απαντά ο Δίας και στη συνέχεια τονίζεται η παρουσία και λειτουργία της Ήρας στο μεταφυσικό σύστημα του Συριανού. Στον Ήφαιστο έχει δοθεί μια εξέχουσα θέση, καθώς ο Συριανός και τοποθετεί το διαβόητο ομηρικό χωρίο, στο οποίο οι υπόλοιποι θεοί περιγελούν τον Ήφαιστο σε ένα ευρύτερο κοσμολογικό περιβάλλον, και αναφέρεται στον εξέχοντα ρόλο του θεού της φωτιάς στη δημιουργία. Προβαίνοντας σε μια μορφή αλληγορίας, ο φιλόσοφος θεωρεί τον Ήφαιστο ως την δημιουργική ψυχή, στην οποία προϋπάρχει ό,τι γεννάται. Σε άλλο χωρίο ο Συριανός δεν διστάζει να παραθέσει τον γνωστό στίχο της  ̉Ιλιάδος Α 591, υποστηρίζοντας ότι η δεύτερη πτώση του Ήφαιστου αναφέρεται στη σχέση των μεταφυσικών αρχών Μονάδας και Δυάδας.

Στη συνέχεια αναλύονται χωρία, στα οποία η παρουσία του Απόλλωνα, αλλά και του Διόνυσου τοποθετούνται στα πλαίσια της θεόσταλτης μανίας. Έμφαση δίδεται επίσης στο χωρίο, στο οποίο υποστηρίζεται ότι υπάρχουν δύο θεότητες με το όνομα του Διόνυσου. Οι ξεχωριστές ιδιότητες της Αφροδίτης συζητούνται επίσης σε περιβάλλον μεταφυσικής. Ακολουθεί αναφορά σε χωρία μεταφυσικού περιεχομένου, στα οποία μικρότερες θεότητες, όπως η Κίρκη, η Καλυψώ και οι Μούσες κατέχουν εξέχουσα θέση. Οι κριτές του ΄Αδη Μίνως, Αιακός και Ραδάμανθυς επίσης αναγνωρίζονται ως έχοντες σημαίνοντα ρόλο στην κρίση των ψυχών, σύμφωνα με το πλατωνικό μοτίβο.

Ξεχωριστή θέση στα χωρία μεταφυσικού περιεχομένου, στα οποία απαντούν μυθολογικά πρόσωπα, κατέχουν τα ομηρικής προέλευσης χωρία (αναφερόμενα στην Ελένη, τον Αχιλλέα κλπ.). Ανάμεσά τους σημαίνουσα θέση κατέχει η αλληγορία του Τρωικού πολέμου. Τέλος, πλάσματα όπως οι Σειρήνες, οι Κύκλωπες και οι Εκατόγχειρες επίσης εντάσσονται στο ευρύτερο μεταφυσικό σύστημα του φιλοσόφου, μερικά από αυτά, μάλιστα, παίζουν εξέχοντα ρόλο.

Το συμπέρασμα των παραπάνω είναι ότι η αρχαιοελληνική μυθική παράδοση απαντά συχνά κατά την ανάπτυξη των νεοπλατωνικών μεταφυσικών απόψεων του Συριανού. Υπογραμμίζεται ότι ο ρόλος της ομηρικής παράδοσης δεν είναι διόλου αμελητέος στην παραπάνω διαδικασία, στην οποία η χρήση της αλληγορίας είναι μόνον ένας από τους τρόπους αξιοποίησης του πλούσιου ομηρικού κόσμου. Μπορεί, επομένως, να υποστηριχθεί ότι ο Συριανός αποτελεί σημαντικό κρίκο στην αλυσίδα της νεοπλατωνικής, αλλά και της ευρύτερης ομηρικής εξηγητικής παράδοσης.   

 

 

15. "Οι πηγές, το περιεχόμενο και ο σκοπός του έργου του Ε. Βούλγαρη Ακαθ’ Ομηρον ̉Αρχαιότητες κα Α Κερκυραϊκα ̉Αρχαιολογίαι", στο Ε. Αγγελομάτη-Τσοσυγγαράκη (επιμ.), Ευγένιος Βούλγαρης, Πρακτικά Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου, Ιόνιο Πανεπιστήμιο – Τμήμα Ιστορίας, Κέρκυρα, 1-3 Δεκεμβρίου 2006, Ιόνιο Πανεπιστήμιο –Εκδόσεις Κανάκη, Αθήνα 2009, σσ. 63-76.

 

Το έργο του Ευγένιου Βούλγαρη Ακαθ’ Ομηρον ̉Αρχαιότητες κα Α Κερκυραϊκα ̉Αρχαιολογίαι (Μόσχα 1804) χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο είναι μετάφραση του βιβλίου Antiquitatum Homericarum Libri IV του Everhard Feith, (α΄ έκδ. Leiden 1677, β΄ έκδ. Argentoratum 1743), ενώ το δεύτερο μέρος είναι μετάφραση της πρώτης έκδοσης του βιβλίου Primordia Corcyrae του Angelo Maria Quirini (Lucca 1725, β΄ έκδ. Brescia 1738). Στο άρθρο εξετάζεται το έργο του Βούλγαρη σε σχέση με τις πηγές του. Το συγκεκριμένο έργο, έχει υποστηριχθεί ότι ανήκει στις πρωτότυπες εργασίες του Βούλγαρη, οι οποίες συχνά έχουν εγχειριδιακό χαρακτήρα. Η διαπίστωση σε σχέση με τον εγχειριδιακό χαρακτήρα μάλλον ισχύει. Πρωτοτυπία όμως το εν λόγω έργο δεν έχει, όπως αποδεικνύεται στη συνέχεια του άρθρου.

Αφού τονισθεί και αποδειχθεί ύστερα από παράθεση σχετικών μαρτυριών ότι το Antiquitatum Homericarum του E. Feith υπήρξε ένα από τα αξιολογότερα επιστημονικά βιβλία της εποχής, τα οποία έχαιραν ιδιαίτερης εκτίμησης για πολλές δεκαετίες, παρουσιάζεται η δομή και το περιεχόμενό του και γίνεται η αναλυτική σύγκριση με το έργου του Βούλγαρη. Διαπιστώνεται ότι αυτό, το οποίο έκανε ο Κερκυραίος λόγιος, ήταν απλώς να μεταφράσει αυτό το έργο. Στα λίγα σημεία, στα οποία παρενέβη, το έκανε για λόγους εκλαϊκευτικούς και η παρέμβαση είχε χαρακτήρα διασαφητικό.

Στη συνέχεια εξετάζεται το δεύτερο μέρος του έργου του Βούλγαρη – πρόκειται για τη μετάφραση του βιβλίου Primordia Corcyrae του Angelo Maria Quirini. Ο Quirini εξελέγη επίσκοπος Κέρκυρας το 1723 και φαίνεται ότι η θητεία του στην Κέρκυρα απoτέλεσε σταθμό τόσο στη σταδιοδρομία του, όσο και στη διαμόρφωση της σχέσης του με το νησί. Στο άρθρο τονίζεται η επιλογή του Βούλγαρη, που ήταν αναφανδόν κατά της Ουνίας, να μεταφράσει το έργο ενός καθολικού μεν, αλλά διαλλακτικού επισκόπου, που αποτελούσε έτσι κι αλλιώς εξέχουσα μορφή των γραμμάτων

Αφού παρουσιασθεί αναλυτικά το περιεχόμενο του β΄ μέρους του έργου του Βούλγαρη, διαπιστώνεται  ότι ο  Βούλγαρης, ακολουθεί την πρώτη και όχι τη δεύτερη έκδοση του έργου, η οποία έχει μεγαλύτερη έκταση ως προς την ανάπτυξη του περιεχομένου, χωρίς, όμως, να αλλάζουν πολλά πράγματα ως προς το νόημα των κεφαλαίων. Όσον αφορά την αποκάλυψη της πατρότητας του μεταφραζόμενου έργου, τονίζεται το ότι ο Βούλγαρης, ενώ αποσιωπά το όνομα του Feith, τον Quirini τον κατονομάζει στην αρχή της μετάφρασης του Primordia Corcyrae. Επιπλέον, αναφέρει ότι ήταν καθολικός αρχιεπίσκοπος στο νησί και αργότερα έγινε καρδινάλιος.

Ακολουθεί σειρά παρατηρήσεων για τη γλώσσα του εν λόγω έργου, καθώς και το λόγο συγγραφής του και τέλος εξετάζονται οι ιστορικές συνθήκες, κάτω από τις οποίες εκπονήθηκε. Στην πρώτη σελίδα ο ίδιος ο Βούλγαρης αφιερώνει το εγχειρίδιό του «τ ρτισυστάτ κα λβιοδαίμονι ̒Επτανήσ ̉Ιωνικ Πολιτοκρατί», ενώ στη δεύτερη σελίδα ακολουθούν δύο σύντομα επιγράμματα, τα οποία αναλύονται στο άρθρο. Από τα παραπάνω προκύπτει η ευμενής διάθεση του Βούλγαρη προς τους αδελφούς Ζωσιμάδες, χορηγούς της έκδοσης του έργου, αλλά κυρίως οι προσδοκίες του από την Επτάνησο Πολιτεία.  Ο Βούλγαρης, γηραιός πλέον και λίγο πριν από το θάνατό του, στήριζε το νέο καθεστώς, προσφέροντας αυτό, στο οποίο είχε αναλώσει τη ζωή του: πνευματική τροφή προς χρήση της εκπαιδευτικής κοινότητας. Το εξετασθέν έργο του δεν παρουσιάζει μεν πρωτοτυπία, κατέστησε, όμως, γνωστά στο ελληνικό κοινό δύο πολύ αξιόλογα έργα.

 

16. "Neoplatonic allegories in Hermias" (προς δημοσίευση σε αυτοτελή τόμο των εκδόσεων Academia Verlag)

 

Σε αυτό το άρθρο εξετάζονται μερικές από τις πιο σημαντικές αλληγορίες στο έργο του Ερμεία Εἰς τὸν Φαῖδρον. Σε μια σύντομη εισαγωγή καθορίζονται οι μορφές της αλληγορίας, οι οποίες απαντούν στο έργο. Πρόκειται για τις αλληγορίες, τις οποίες ο συγγραφέας χρησιμοποιεί, προκειμένου να αναφερθεί στα σκηνικά στοιχεία του πλατωνικού διαλόγου, αυτές που αφορούν θεούς ή ήρωες και όσες σχετίζονται με γνωστούς μύθους της αρχαιοελληνικής παράδοσης. Η εξέταση δεν είναι εξαντλητική, αλλά καλύπτει τα βασικότερα δείγματα κάθε κατηγορίας,

Στην πρώτη υποενότητα εξετάζονται τέσσερις αλληγορικές ερμηνείες, τις οποίες ο Ερμείας δίνει σε στοιχεία του διαλόγου, όπως ο περίπατος του Σωκράτη και του Φαίδρου έξω από το τείχος, η στάση τους στον ποταμό Ιλισσό, το γεγονός ότι ο Σωκράτης είναι ανυπόδητος, ο βωμός της Άρτεμης και το όμορφο δεντρόφυτο τοπίο, στο οποίο διαδραματίζεται ο διάλογος. Όλα τα παραπάνω μπορούν να θεωρηθούν στοιχεία θεατρικά. Στην παρουσίασή τους ο Πλάτων κάνει χρήση της σωκρατικής ειρωνείας, ο Ερμείας, όμως, δεν δείχνει να αντιλαμβάνεται – ή να επιθυμεί να αντιληφθεί – αυτήν τη διάσταση. Αντ’ αυτού, ερμηνεύει το κάθε ένα από τα σκηνικά στοιχεία  με αλληγορίες μεταφυσικές ή κοσμολογικές.

Στη δεύτερη υποενότητα εξετάζονται πέντε παραδείγματα αλληγοριών, οι οποίες αναφέρονται σε θεούς ή ήρωες, Στην πρώτη περίπτωση ο Ερμείας προβαίνει σε ετυμολογία του ονόματος του Φαίδρου, η οποία στην ουσία είναι παρετυμολογία, ενώ σε άλλες περιπτώσεις προβαίνει σε αλληγορική ερμηνεία χωρίων, που αναφέρονται σε θεούς ή ήρωες (ακόλουθοι του Δία, Διόνυσος). Η αλληγορική ερμηνεία του εκφράζει αντιλήψεις που συνδέονται με τη νεοπλατωνική μεταφυσική, όπως, για παράδειγμα, τη διδασκαλία περί ενότητας, διαίρεσης και θείων γενών. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η ερμηνεία του χρυσού αδριάντα στους Δελφούς, μια ξεκάθαρη σωκρατική ειρωνεία του πλατωνικού κειμένου, ως μιας καθαρά μεταφυσικής αλληγορίας.

Στην τρίτη υποενότητα εξετάζονται διεξοδικά οι αλληγορικές ερμηνείες δύο μύθων: της Ωρείθυιας και της Ελένης. Μετά την ηθική ερμηνεία του μύθου της Ωρείθυιας, ο συγγραφέας προβαίνει σε μια διπλή αλληγορική ερμηνεία. Στην πρώτη περίπτωση αλληγορικής ερμηνείας ετυμολογεί το όνομα Ωρείθυια (ὥρα + θάλλω), ενώ θεωρεί ότι ο Βορέας συμβολίζει την πρόνοια, την οποία ασκεί το θείο σε σχέση με τον υλικό κόσμο. Στη δεύτερη αλληγορία, αφού ετυμολογεί διαφορετικά το όνομα Ωρείθυια (ὀρούω + θύω), τονίζει ότι η Ωρείθυια είναι η ψυχή, την οποία ο Βοριάς ανασηκώνει, όταν δε αυτή πεθαίνει από φυσικό θάνατο πρόκειται για μια συνειδητή επιλογή. Ο συγγραφέας υπογραμμίζει ότι αυτό δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη, αφού η φιλοσοφία είναι μελέτη θανάτου. Με βάση τα παραπάνω, προχωρά στην εξής ερμηνεία: η Ωρείθυια μπορεί να θεωρηθεί ότι συμβολίζει την ψυχή του Φαίδρου, ενώ ο Βορέας τον Σωκράτη, που προσφέρει στον Φαίδρο τον εκούσιο θάνατο, άρα και την αληθινή φιλοσοφία.  

            Όσον αφορά τον μύθο της Ελένης, ο συγγραφέας ετυμολογεί το Ἴλιον (ἰλύς + ὕλη) και θεωρεί ότι πρέπει να εκλαμβάνεται ως ο τόπος της γενέσεως και της ύλης. Οι Τρώες είναι τα ἔνυλα εἴδη, οι ἄλογοι ψυχαί, ενώ οι Αχαιοί είναι οι έλλογες ψυχές, που κατήλθαν από τον νοητό στον υλικό κόσμο – γι’αυτό καλούνται και ἐπήλυδες. Και οι μεν και οι δε πολεμούν για το εἴδωλον της Ελένης. Σε αυτό το σημείο η επιχειρηματολογία ενισχύεται από ομηρικούς στίχους, όπως, για παράδειγμα, οι στίχοι Ιλ. Ε 451-452. Το όνομα Ελένη συνδέεται με το ἑλενόη και θεωρείται πως είναι ἡ ἐφελκομένη εἰς αὐτὴν τὸν νοῡν. Καθώς το κάλλος της Ελένης έχει μεταφυσική διάσταση, οι Αχαιοί συμβολίζουν τους ανθρώπους, οι οποίοι αγωνίζονται να κατακτήσουν την απορροή του νοητού κάλλους, το οποίο η Αφροδίτη επιβάλλει στην ύλη. Αξιοσημείωτη είναι η αξιοποίηση της παράδοσης για το φάντασμα της Ελένης, καθώς και η όλη ένταξη του μύθου στη νεοπλατωνική μεταφυσική.

            Στα συμπεράσματα του άρθρου τονίζεται ότι στις περισσότερες περιπτώσεις αλληγορικής ερμηνείας ο Ερμείας χρησιμοποιεί τα ρήματα αἰνίττεται, σημαίνει, δηλοῖ, ὑποδηλοῖ και νοείσθω, οι δε ετυμολογίες του είναι σαφώς παρετυμολογίες. Το σημαντικό, όμως, είναι η ένταξη των αλληγοριών στο νεοπλατωνικό μεταφυσικό σύστημα. Βεβαίως, ο Ερμείας κάποιες φορές αποδίδει τις αλληγορικές του ερμηνείες στους παλαιούς, ενώ άλλοτε δεν δίδει καμμία πληροφορία. Ακόμη και στη δεύτερη περίπτωση δεν μπορούμε να αποκλείσουμε επιρροή από παλαιότερους ερμηνευτές, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγεται ο Πορφύριος. Στο τέλος υπογραμμίζεται ότι οι αλληγορίες του Ερμεία μπορούν βάσιμα να αποδοθούν στον δάσκαλό του Συριανό.-